Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Login
Κεντρική πλοήγηση
Αρχική
Αναζήτηση
Default
Μη Καθιερωμένος Ορος
Κορύλλος
Παρόμοιοι όροι
Κορύλλος, Χ.
|
Κορύλλος, Χ.Π.
|
Κορύλλος, Πάτρα
|
Κορύλλου, Χ.
|
Κορύλλος, Χρήστος Π.
|
Κρύλλος, Χ.
Παρόμοιες οντότητες
Κορύλλος, Χρήστος
(person)
|
Κορονέλλος ,
(person)
|
Βρύλλος
(person)
Συγγραφέας
4
Αυτός είναι σαν αφιονισμένενος Τούρκος
Τούρκο φίλευε και κώλο φύλαγε
Τούρκο βλέπεις; Γρόσα θέλει. Κι άλλον βλέπεις; Κι άλλα θέλει.
όποιος έχει σύντροφο εχ' αφέντη Ο - έχει καραφέντη Ο. ε. σύντροφον, έχει κι αφέντη