Ένας επήαιννεν αφ το χωριό 'ς τον Άη-Γιώργην κ'ενυχτιάστηκεν. Έδεκει 'ς την Πλαγιά βλέπει αθρώπους κ' εχορεύγανε. Ετρέξαν και τον επήραν κ' ευτόν και τον εχοροπηδούσαν κ' ετραγουδούσαν "Σκαλικάζζαροι, σκαλικαζζαρούδια, διαβόλου σκορπίματα, διαβόλου μαζζέματα". Έβαλαν κ' ευτόν κ' ετραγούδαν…
Ένας επήαιννεν αφ το χωριό 'ς τον Άη-Γιώργην κ'ενυχτιάστηκεν. Έδεκει 'ς την Πλαγιά βλέπει αθρώπους κ' εχορεύγανε. Ετρέξαν και τον επήραν κ' ευτόν και τον εχοροπηδούσαν κ' ετραγουδούσαν "Σκαλικάζζαροι, σκαλικαζζαρούδια, διαβόλου σκορπίματα, διαβόλου μαζζέματα". Έβαλαν κ' ευτόν κ' ετραγούδαν…
Ένας επήαιννεν αφ το χωριό 'ς τον Άη-Γιώργην κ'ενυχτιάστηκεν. Έδεκει 'ς την Πλαγιά βλέπει αθρώπους κ' εχορεύγανε. Ετρέξαν και τον επήραν κ' ευτόν και τον εχοροπηδούσαν κ' ετραγουδούσαν "Σκαλικάζζαροι, σκαλικαζζαρούδια, διαβόλου σκορπίματα, διαβόλου μαζζέματα". Έβαλαν κ' ευτόν κ' ετραγούδαν το ίδιο. Τι να κάμη. Εκεινά τα μεσάνυχτα ακούν πετεινό. Λε ο ένας "Ά πα φύωμε." Λε ο Μεγάλος "Μαύρος είν', έν είν καιρός ακόμα". Σε κάμποσην ώραν ακούν άλλο. Λε πάλι ένας "Ά πα φύωμε." Λε ο Μεγάλος "Κόκκινος είν', έν είν' καιρός ακόμα." Ύστερι πια που φεξε φωνάζζει κι άλλος πετεινός. Λε ο Μεγάλος τως "Άσπρος είν', πάρετε δρόμοι" Και πήραν δρόμο και τον εφήκαν.
Ένας επήαιννεν αφ το χωριό 'ς τον Άη-Γιώργην κ'ενυχτιάστηκεν. Έδεκει 'ς την Πλαγιά βλέπει αθρώπους κ' εχορεύγανε. Ετρέξαν και τον επήραν κ' ευτόν και τον εχοροπηδούσαν κ' ετραγουδούσαν "Σκαλικάζζαροι, σκαλικαζζαρούδια, διαβόλου σκορπίματα, διαβόλου μαζζέματα". Έβαλαν κ' ευτόν κ' ετραγούδαν… - Identifier: 538085
Internal display of the 538085 entity interconnections (Node labels correspond to identifiers)