Διάβολος.συνώνυμ. Δαίμονας, διαβατικός, καταραμένος, ξαποδίτης, ντόπιος (Κεφαλληνία) διάτανος, έτοινας, πρωτοέτοινας, πιοτομιαμένος (Τοσομές)

Διάβολος.συνώνυμ. Δαίμονας, διαβατικός, καταραμένος, ξαποδίτης, ντόπιος (Κεφαλληνία) διάτανος, έτοινας, πρωτοέτοινας, πιοτομιαμένος (Τοσομές)

  1. Ψηφιακό τεκμήριο
  2. Παραδόσεις ΚΕΕΛ
  3. Πουλάκης, Δ.
  4. Ηλεία, Ανδρίτσαινα
  5. 1910
  6. Ελληνική - Κοινή ελληνική
  7. gre
  8. Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
  9. https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el
  10. Παραδόσεις
  11. Παραδόσεις ΚΣΤ΄ - ΛΣΤ΄
  12. Αρ. 491, 24, Ανδρίτσαινα, Δ. Πουλάκης
  13. 491
  14. Αρχείο χειρογράφων
  15. Διάβολος
  16. Παράδοση ΛΑ
  17. 261797/Ηλεία, Ανδρίτσαινα