Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Login
Κεντρική πλοήγηση
Αρχική
Αναζήτηση
Λακωνία.
Default
Graph
Γεωγραφικό Όνομα
Λακωνία.
Είδος οντότητας
Γενική κατηγορία τοποθεσίας
Γλώσσα οντότητας
Ελληνικά
Wikidata
Q190216 ⟶
Πατήστε εδώ
Τόπος προέλευσης work
2
Προβολή λίστας
Λέξεις Λακωνικαί, τοπωνυμίαι, τραγούδια, παροιμίαι κ.λπ.
Μεσσηνιακὸν γλωσσάριον καὶ ἄλλων τόπων
Γεωγραφική κάλυψη
301
Προβολή λίστας
Ο κακός σκύλος ψόφο δεν έχει
Του πραματευτή τ' άλογο πρέπει ναναι κουτσό
Μη γυρέψης προίκα, οτ' έχει μεγάλη πίκρα
Κάλλια για το παρά που ν το
Δέν τον φθάνει να ξύση το δόντι του
Γυρίζει σαν την ανεμοδούρα
Γίδα ψωριάρα νουρά κορδωμένη
Παρ' αφορμή και θάνατος
Ούτε τη δέρνει ούτε τη γδέρνει, παλούκι της βάζει ςτον κώλο της
Όταν βλέπεις την αρκούδα στου γειτόνου σου τ' αμπέλι πρόσμενε την και στο δικό σου
Όσο πιο πολύ δουλεύεις το κλειδί τόσο καλύτερα γυαλίζει
Έλα, Πάνο, να σου δείξω το αμπέλι μου
Όποιος έχει αμπέλια, ας βάλη εργάτας
Δέν είναι ϋζι [sic] μέ νερό μόνον νερό μέ ρύζι
Θρέψε λύκον το χειμώνα να σε φάη το καλοκαίρι
Το στόμα περιμένει κρασί και το δάχτυλο δουλεύει
Τίποτε δεν έχεις, τίποτα δεν είσαι
Δευτέρα τη γιορτάζω την Τρίτη τη μεθώ, Τετάρτη πέφτω χάμω την Πέφτη ξεμεθώ, Παρασκευή Σαββάτο στρώνομαι στη δουλειά την Κυριακή πρωϊ πάω στην εκκλησιά τα χέρια σταυρωμένα μπροστά στην Παναγιά
Ποιός βγάζει μάτι; Ο δικός
Οπώλει γυναίκα έμμορφη κι αμπέλι στη δημοσιά δεν είναι ησυχία
Αξίζ' ο ένας γιά κατό κι' οι κατό γιά ένα
Όποιος δε θέλει ν' ακούση τα βαρδάρια δεν πρέπει να παή στο μύλο
Να΄ρθης κουμπάρε στη στάνη μου Πότε να ΄ρθω; Τετάρτη ή Παρασκευή
Μπροστινέ μου πού χορεύεις νά σέ ιδώ νά διακονεύης
Αν η ζήλεια ήτανε ψώρα, ήθελε γιομίσ' όλ' η χώρα
Κόψ' το δέντρο
Θέλ' ο Θεός και φταίει ο χρόνος
Θέλεις να κάμης τον οχτρό σου να φτύση μαύρο αίμα, όντας σου μιλάει, μη του μιλάς, κοίτα τον και γέλα
Η κακή γειτόνισσα, αν δεν μ' εδάνειζε, μ' ωρμήνευε
Ερημ΄ αδράχτια σκότεινα σφοντύλια
Εμείς δεν εχωρούσαμε εγέννησε κι η γρία μας
Όπου κυνηγά δυό λαγούς δεν πιάνει κανένα
Χαρά Θεού
Ο νιός θέλει τα χάϊδα του κι' ο γέρος τη τιμή του
Τον βρισε το φταπόμπι
Δυό γριές με μια ρόκα νέθανε
Δεν είδα από τον ήλιο, θα ιδώ απ' το φεγγάρι;
Απάνω στη πληγή φύτρωσε κι' ο περίδρομος
Τούρθαν τα χαλκιοπούρια του
(Ε)πήρε βάγια
(Έ)ψώνισ' από σβέρκο
Έγινε χαϊμός Κυρίου.
Ένας να κουβαλάη και πέντε να χαλάνε!
Οπ' έχει γιους μη χαίρεται γαμπρούς μη καμάρι κι' όποια είναι και καλόπαντρη καμάρι να μη παίρνει.
Του πατρός τα χάϊδια έμαθε.
Της μύρας το χαβά έχει.
Φωτικίαζω.
Ο Χάρος και το νερό δεν αργένει.
Όσο χαϊδεύεις το γατί τόσο η νουρλά του ψηλή.
Η φωτιά που θα σβήση στη κορφή κορφή πιάνει.
Βγάλ΄ το χάρο από το βαένι για να γιάνω η καημένη.
Ο χαριστής απέθανε και ο γυιος του πάει στην Πόλι.
Χάρισμα κρασί κι ας ειν και ξείδι.
Τον μουρλού η φωτιά στην κορφή πιάνει.
Κάποιον χάριζαν γάϊδαρο και επήραζε τ' αυτιά του.
Η φωτιά που θα σβήση στη κορφή πιάνει.
Μιά σπίτια φωτιά καίει τον κόσμον όλον.
Αλλοιά που πάει χάμου!
Δεν πάου γώ σ' τα Χανιά.
Ούτε φώλι, ούτε προφώλι,.
Για να πάρη χαμπάρι πρέπει να σπάση τ' αυγό σ' το κεφάλι.
Έγινε χαϊμός Κυρίου.
Χαμηλοτηράει σαν η νύφη.
Είναι χαμελέων.
Εχαλάσαμε τ' αμπέλια να φτιάσουμε ληνό.
Κόσμο χαλάει.
Χαλάει τ' αμπέλι να φκιάση ληνό.
Τώρα που πήραμε τ' αμπέλι χάλασ' ο λύκος.
Σα χαλασμένο παζάρι.
Θαρρείς κι' όσοι μουζώνονται κι' όλοι χαλκιάδες είναι. Κι' όσοι πατούν το πέταλο κι' ανυφαντάδες είναι;
Θαρρείς όσοι μουτσουρώνονται όλοι χαλκιάδες είναι.
Αλί στα χάλια του.
Χαλασμός Κυρίου.
Ρήχνει χαλάζι, χάλαγε.
Όπω' έχει γιούς μη χαίρεται γαμπρούς μη καμαρώνει κι΄ όποια είναι και καλοπαντρευτή καμάρι να μη σούρνει.
Χαιρέτα μου τη λιγερή.
Χαιρέτα μου τον Αγγελή και το Γυφτογιαννάκη.
Χαιρέτα μου τον πλάτανο και το Γυφτογιαννάκη.
Με του βοριά τα σύνεφα σου στέλνω χαιρετίσματα.
Γυρεύει της μάννας τυου τα χάϊδια.
Όσο χαϊδεύεις τη γάτα τόσο σηκώνει την ουρά της.
Χάβρα των Εβραίων.
Κακός χαβαλές.
Ο κλέφτης παίρνει κι' αφήνει, η φωτιά τα παίρν' όλα.
Φωτιά που σέ καψε.
Παίρνει φωτά από τη κάτω σκάλα.
Η φωτειά είναι συντροφιά.
(Τον αποπήρε) σαν την φώκια 'τος την κακήν γυναίκα.
Φυτεύει αμπέλι με το λοστό.
Θέ μου, μη δώσης του φτωχού πόρτα και πανεθύρι και πάπλωμα και σκεπαστή και σηκωθή και φύγει.
Χαρά στα Φώτα φωτερά και τη Λαμπρή ότα βρέχη.
Το φυσικό δε χάνεται μ' αλήθεια και αληθαίνει.
Βόηθα με φτωχέ να μη σου μοιάσω.
Όσα φύλλα και χορτάρια.
Όσο να πέσουν τα φύλλα πάει κι' αυτός.
Α δε περίεν' ο φτωχός ν' αρχοντίση, έπεφτε πίστομα και ψόφαε από τη πείνα.
Α δε περίμεν' ο φτωχός ναρχοντίνη, έπεφτε πίστομα και ψόφαε από τη πείνα.
Ο φτωχός α δε περίμενε να πλουτήσει, ήτα πεθαμένος.
Από φτωχό μη δανειστής και της γυναίκας σου μυστικό μην πής.
Ούτε ου φτωχού φωτιά δε με τοστάρει.
όπος προέλευσης παράδοσης
1
Προβολή λίστας
Μου είχε πει η κυρά-Μανωλού - μια αγαθή γρηούλα γειτόνισσα - που δεν είχε - καθώς έλεγε - πάει ποτέ της σχολειό και δεν ήξερε ούτε να γράφη ούτε να διαβάζη, ότι "στους πρόποδες του Ταΰγετου, κοντά σ' έναν παλαιϊκό μύλο, που τώρα πια δε δουλεύει, βγαίνει κάθε παραμονή Χριστουγέννων, στις δώδεκα …
Έργα που δημιουργήθηκαν στον τόπο
2
Προβολή λίστας
Λέξεις Λακωνικαί, τοπωνυμίαι, τραγούδια, παροιμίαι κ.λπ.
Μεσσηνιακὸν γλωσσάριον καὶ ἄλλων τόπων
Λακωνία. -
Identifier:
3593
Internal display of the 3593 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred