Η θάλασσα γέμισε γάλα κι'ο φτωχός δεν είχε κουτάλι. Επ΄θ του πτωχού τον οποίον παντου πάντοτε καταδιώκει η κακή μοίρα, η επί υου στερούμενου των απολύτως αναγκαίων προς αγοράν πράγματος πολύ ευθύνου. Παραλλαγαι: Η θάλασσα έκοπεν ξύγαλαν κ΄εφτωχόν χουλάρ'κ'είχεν ( η θάλασασα έγινε γιαούρτι κι ο φτωχός δεν είχε κουτάλι). Η θάλασσα εκλώτσεν γάλαν κι ο φτωχόν
Η θάλασσα έεντον ξύγαλαν κι ο Γιάννες χουλάρ'εύρεν. ( η θάλασαα έγινε γιαούρτι κι ο Γιάννης δε βρήκε χουλιάρι).