Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Login
Κεντρική πλοήγηση
Αρχική
Αναζήτηση
Μανούσος, Αντώνιος
Default
Graph
Πρόσωπο
Μανούσος, Αντώνιος
Είδος οντότητας
Πρόσωπο
Φύλο
Άνδρας
Συγγραφέας
157
Προβολή λίστας
Είπα σου κυρά να κλάνης, μα να μη το παρακάνης
Δεν το πήρα χαμπάρι.
Έχεις χαμοθεό; έχεις και ανωθεό!
Μου έκαμε χαλάστρα.
Δεν πιάνει χαρτοσιά.
Με παραστέκει σαν ο χάρος.
Όταν σου δίνουν χάρισμα, πέρνε και τα μάτια τους.
Ξύδι χαριστό κι απ' το μέλι πλιό γλυκό.
Εβάλανε φωτιά ΄ς τον κασσομπά.
Το χωριό είχε σαράντα φωτιάις.
Το φυσικό δεν αλλάζει.
Το φυσικό 'ς το φυσικό κ' η γάτα στο ποντίκι, κι ο μυλωνάς εψώγησε μες την αλευροθήκη.
Χαρά ΄ς τα Φώτα τα στεγνά και την Λαμπρή να βρέχη.
Αν τα Φώτα φωτερά φωτερά και την λαμπρή σκοτίνεια.
Φως φανερά.
Ο φτωχός ο χρυσικός παιγνίδει του διαβόλου.
Όπου ο φτωχος εκεί και η μοίρα του.
Όταν θα χόρευε ο φτωχός έσπασαν τα όργανα.
Άρχος έφα κ΄ έβρασε φτωχός έφα κ΄εκρύοσε.
Από φτωχό μη δανεισθής τι κάθεται και κλαίει.
Βοήθα με φτωχέ να μη γείνω σαν σ σε.
Ειν' φτωχό τ'αρνί μα χει πλατειάν ουρά.
Ο φτωχός φψνή δεν έχει, κι ότι επή, ποιος τον κατέχει;
Παντού φτωχός, στο παμνηγύρι πλούσιος.
Του φτωχού το κύρεμα ή καρφί ή πέταλο.
Τρέχουν τα σάλια του φτωχού 'ς την ευωδιάν του φαγητού.
Φτώχια και πολυκοσμία, πείνα και απελπισία.
Ουδέ ο φτωχός, ουδέ ο λόγος του.
Ο φτωχός γενηά δεν έχει, μόνον γένεια και μουστάκια.
Είναι άλλιοι να με φτύσουν.
Δίνεις πλούτη, δίνεις γνώση,δίνεις φτώχια, δίνεις τρέλλα.
Δεν το φτάνω, όσο κι αν τεντωθώ ( ή ζαννυσθώ)
Εσούφρωσε τα φρύδια του.
Απ' όλα τα μυρωδικά, κάλλια μυρίζει ο φούρνος κι απ' όλα τα λαλούμενα, κάλλιο λαλεί η κανάτα.
Ένας φρόνιμος δέκα τρελλούς αξίζει.
Του φρονίμου νόημα και του βλάχου σφύριγμα.
Φέξε μου κ΄ εγλύστρησα (φρ.) ελπίδες χαμέναις.
Εκατό Καρδαμυλίτες ένα γάϊδαρο φορτώναν.
Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίση, καλοκαίρι θα μυρίση, κι αν δοκεί και ξεφλεβίση απλυτίλας θα μυρίση.
Μου γίνηκε φόρτωμα.
Μια φορά από τες πολλές.
Μού 'κοψε ο φόβος το αίμα.
Για τέτοιες φοβέραις τ' αυτί μου δεν υδρώνει.
Γυρεύουσε καυγά φιρί φιρί.
Φυρί,φυρί. Τι να κάνη βρε αδελφέ σαν πάει άλλος, φυρί,φυρί για καυγά.
Απ' ότι φωρεί κλέφτη δεν φοβάται.
Τα στραβά παράθυρα τα χρυσά φλωριά τα σιάζουν.
Ο φλύαρος έναν ειρμό κρατεί εις όλα.
Εις την φλώγα να παγόνης και εις τον πάγο να ανιδρώνης.
Μου έφαγε η φακή τα διάφορα!
Ένας θεός και πολλοί φίλοι.
Ο φίλος στην ανάγκη γνωρίζεται.
Από την χάση ΄ς την φέξη φαίνεται.
Γοργά τον Γιάννη θάyεται να μή φανή η μπομπή του.
Βάφτει η πληγή εκείνη όπου φίλος σου την δείνει.
Αγάπαε τον φίλον σου και με το ελάττωμά του.
Μια του φίλου, δυό του φίλου, τρεις και την κακή του μέρα.
Ανάργια ανάρια το φιλί νάχη και νοστιμάδα.
Φιλί δωσμένο, δεν πάει χαμένο.
Έφυγαν φιλί κλωστάρι;
Ο φιλάργυρος πλερώνει περσότερο και ο οκνός πηγαίνει μακρύτερα.
Φίδι που σ' έφαγε.
Βγάνει το φίδι από την τρύπα.
Αν έχεις φαγί για χάσιμο δεν έχω κοιλιά για σκάσιμο.
Επήρε τα κατουρημένα του κ' έφυγε μουλός μουλός, μουλωχτός.
Έφυγε τετρακάπνιστος!
Όπου φύγει φύγει.
Πήρε τα κατουρημμένα του κ' έφυγε.
Κι όπου φύγει -φύγει.
Έφυγε τετρακάπνιστος.
Φεύγει τετρακάπνιστος.
Αιθέρια ύψη.
Υστερή μου έγνοια.
Υστερή μου γνώση να σ' είχα τώρα.
Ήρθε 'ς τα στερνά.
Όποιος τα ύστερα μετρά ποτές του δε σκοντάφτει.
Ο ύπνος γκιάνει μάγουλα και ξεγυμνώνει κ...
Όποιος τον ύπνο αγαπά, πείνα και γύμνια τον τρυγά.
Γλυκός ο ύπνος την αυγή, γυμνός ο κώλος τη λαμπρή.
Ο ύπνος θρέφει το παιδί κι ο ήλιος το μοσχάρι, και τον γέρο λιγούπτο τον κάμει παλληκάρι. Και κάνει το καλό κρασί το γέρο παλληκάρι.
Ώστε να φάη η ράχη του χώμα ήγουν όσο να πάη 'ς τον τάφο.
Την τρώνε και την κάνουν ψαροκόκκαλο.
Κοντεύωμε να φάμε τα κοψίδια μας.
Έφαγε λωτό.
Του Τούρκου τρώγει το ψωμί και για τον Φράγκο ευχαίτε.
Τρώγει έναν κόρακα.
Θα φας ξύλο αλύπητο.
Έφαγε παρά μία τεσσαράκοντα.
Όταν σειόταν η αχλάδα, όσοι ελάχαν, τόσοι εφάγαν.
Την έφαγες την χυλόπηττα.
Την έφαγες την χειλόπηττα.
Τρως το ψωμί του χαράμι.
Τρώγεται με τα ρούχα του.
Αυτό πλιά δεν τρώγεται.
Γλυκά τά 'φαγες ξυνά τα ξέρασες.
Αφόντις γεννηθήκαμ απήδια δεν εφάγαμε, και τόρα που τα βρήκαμε να φάμε να χορτάσωμε.
Έφαγε η σκύλα τ' αλεύρι.
Εφάγαμε το βόϊδι, μόν' η ουρά μας λείπει.
Δεν τρώγει κάστανα.
Δεν τρώγεται.
Μανούσος, Αντώνιος -
Identifier:
168305
Internal display of the 168305 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred