Μουστάκης, Γεώργιος Δ.
- Σ τα’ Αbυρήνοι είναι ένας αράπης και βόσκει τη νύχτα φλουριά. Άμα πας εκεί που ‘ν ‘ τα φλουριά και πέσης κάτω και κάμης τα χέρια σου σταυρό, όσα πάρης από κάτω σου μένουνε. Κατοίκαν’ εκεί ένας βοσκός κ’ επήενε και του ‘πενε ο αράπης πως χρήματα όσα θες να σου δώκω και να πάρης το κοπάδι σου και να φ…
- Ο κόρακας 'ίνεται(=γίνεται)τρακόσω χρονώ.Άμα γίνη τρακόσω χρονώ φεύγει και πάει στην Αφρική κ'εκεί είναι άλλοι και τόνε ποσσεdέρουνε(=τον περιποιούνται), και ίνεται γαλανός με τα πολλά χρόνια. Ύστερα πια ψοφά.
- Ο κοdοιάννης ήθεα τόνε κάμει γαbρό η τσίχλα και τον επαράτησενε κ'ευτός ανέβαινε στο dέdρο κ'ήλεενε : Μωρή τσίχλα κονιδού, που δε με 'θελες γαbρό, που πατώ τη 'ής και τρίζει και το κλάδος και λυγίζει. Ευτό το λένε 'ιατί άμα ανεβαίνη ο κοdοιάννης στο dεdρό κουνιέται, είναι παλληκάρι και καλά. (κοdοιά…
- Ο μελίdακας κι ο τζίτζικας κ’η ροιά(=η ρογιά, αράχνη) είν’αδέρφια. Πέθανενε η μάνα dωνε. Ήφυενε ο μελίdακας κ’επήενε στο τζίτζικα λέει : απέθανενε η μάννα μας και θα πάμενε ν’α τη κηδέψωμενε. Δε μπορώ,λέει,να ρθω ιατί έχω τα παιχνίδια μου κορδισμένα και δε bορώ να τα παρατήσω.Υστερνά ‘πήενε στη ροιά…
- Άμα πρόκειται να βρή κανείς φλουριά, πρέπει να κόψη το δαχτυλίδι που λίγο, να στάκη τρείς πιτυλιές (= σταγόνες) αίμα απάνω κι τότε δεν παθαίνει τίποτα κι’ ούτε τα χάνει πια. Ευτό το λέανε όλοι οι παλαιοί.