Γιαγιάς, Αντρέας
- Το ξύλο τ’ σταυρού, είχαν μια οικοδομή και θέλαν να το βάλουν τράβα μεγάλ’. Το μετρούσαν ήφτανε, το βάζαν απάνω είταν κοντό. Κάτω μακρύ, πάνω κοντό. Πήκαν: «Είναι τ’ σταυρού το ξύλο» και οι ενάντιοι το ρίξαν στα γυρίζια. Όταν ήψαχνε η Αγία Ελέν’ δεν τον ήβρισκε. Πάει τότε μια Εβραιοπούλα, Τούρκισσα,…
- Οι ατσ’γγάν’ ηφτειάχναν σίδερα όταν είταν να σταυρώσουν το Χριστό και παραγγείλαν τέσσερα καρφιά οι Εβραίοι. Ο γύφτ’ς εκαυχήθηκε, γιατί τον είχε μισήσ’ το Χριστό και είπε: Μου παραγγείλαν τέσσερα, μα εγώ τα κάνω πέντε. Τα δυο να μπουν στα πόδια του, τα άλλα δυο στα χέρια, το πέμπτο το φαρμακερό εις …
- ‘Όταν οι Εβραίοι κυνηγούσαν το Χριστό να τόνε πιάσουν, πήγε και κρύφτ’κε σε μια μάντρα, μέσα στα πρόβατα. Επεράσαν κι από κει οι Εβραίοι κι αρωτήσαν τα πρόβατα, λέει: «Μήπως είδες το Χριστό;». Εκείνα όμως πήγαν πολλά μαζί και τόνε κρύψαν μέσα στ’ν ουριά τους. Λέει, «Δεν τον δήκαμε». Πήγε ύστερα στα …
- Τον καιρό που πήγε ο Χριστός στον Άδ’ και αναστήθ’κε, είταν ο Εωσφόρος, ο βασιλιάς των δαιμόνων και φυλούσε να μη μπει κανένας. Λέει ο Χριστός: «Άρατε πύλας». Λέει, «Ποιος είσαι σύ;». Λέει, «Εγώ είμ’ ο δίκαιος κι ο κραταιός», κι αμέσως ηλυώσαν τα λουκέτα και μπαίν’ μέσα ο Χριστός και βγάν’ τ’ς κολασ…
- Όταν είχαν σταυρώσ’ το Χριστό, πήγαιν’ η Παναΐα με τ’ς μαθητάς κ’ ήτρωγε. Και πέρασ’ η Αγία Καλή και λέει: «Για δε, σταυρώσαν το γιο τ’ς και τρώει». Τ’ν εκατηγόρησε. Λέει, «Ωχ Αγία Καλή, μ’ ήκαψες με τ’ gουβέντα που ‘πες. Ω Αγιά Καλή κι ευλογημέν’ να ‘σαι όμως πάντα σκοτεινή κι αραχνιασμέν’ και να μ…