αβιζάρει - αββιζάρω

αβιζάρει - αββιζάρω

  1. αβιζάρει
  2. Ψηφιακό τεκμήριο (Δελτίο)
  3. Δελτία ΚΕΝΔΙ-ΙΛΝΕ
  4. αββιζάρω
    • Πρωτότυπο