Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Login
Κεντρική πλοήγηση
Αρχική
Αναζήτηση
Ζερβός, Ιωάννης Κλ.
Default
Graph
Πρόσωπο
Ζερβός, Ιωάννης Κλ.
Είδος οντότητας
Πρόσωπο
Συγγραφέας
191
Προβολή λίστας
Ή πράξε ή μετάπραξε ή που το γκόσμον λείψε
Που ζήση μεταζώνεται
Η θάλασσα εμ πίννεται αλλά δοκιμάζεται
Παρά γαουροβλέπης κάλλιο γαουροδίτης
Ακαμάτης και φαάς πρέπει να ένη και παπάς
Αλλοίμονον τον α εν έσει νύσσα να ξυστή
Που δεν έσει μάννα κι' αερφή βουθά τον η νύχτα κ' η αυγή
Μη σε μέλλει που του παπά τα μουλάρζια
Ξένοι πόνοι ξένα γέλια
Ο λόος σου χορταίνει με και το ψωμί σου φα' το
Όμοιος τον όμοιον κι η κοπερλιά 'ς το λάχανο
Τα σίλια λόγια ένα άσπρο και πάλι κρίμα 'ς το άσπρο
Ας λείψουν τα πιπέρjια και θα ω τις μαερjές σσου
Άθρωπο βλέπεις καρτζιά ε χωρείς
Μημ μου πολυψηλώννης μεσ' τον ουρανό ε φτάνεις
Η πείνα κάστρα πολεμά και χώρες παραδώννει
Α δεν έσης παλιό καινούρζο δε ποτάσσεις
Όπου πεινα ψωμιά χωρεί κι΄ όπου ιψά πηάτζια
Βατσιά βατσιά ξελίσγωννε κι αγάλια γάλια σπέρνε
Η αρχαρζιά τ' αγκάστριν της κρυφό γκαμάρι τό σει
Ανεμομαέματα ανεμοσκορπίσματα
Όταν βρη αμπέλια, ασ βάλη εργάτες και καράβια καλαφάτες
Ακάλεστος γάρος 'ς το γάμο είντα 'υρεύγει
Κόμα εν τον είαμε και Γιάννη τον ηβγάλαμε
Εμπάτε σοίροι λέσετε κι αλεστικά μην δώκετε
Έσεις δικόν έσεις Θεό
Ο κόσμος κάμνει τομ παπά
Όπως βλέπεις το γκαθρέφτη, βλέπει σε
Όπως τον εύρης τογ καιρό έτσι να το΄ αρμινίζεις
Που σει καιρό και χάννει καιρό κακός του καιρός
Χάννε 'που το δίκιο σου
Ας πάρ΄ ο θεριστής το γιόμα κι ας πέφτη κι ας κοιμάται
Ψοφά ο γάρος 'ς το βουνό μα η ζημιά 'ς το σπίτι
Τομ Μάρτη ξύλα φύλαγε μην κάψης τα παλούτσια σου
Η κοιλιά παλαθύρα εν έσει
Χριστέ μου, μην τα δώκης τα βάλλει ο νους της μάννας
Κλείωνε το σπιτάκι σσου και κλέφτη μη φοάσαι
Για σε το λέω πεττερά, για ναν το κούη η νύφφη
Εσσώνει που σκόντεψα μόνο λέεις μου και τύφλα
Που φάει σκόρδο βρωμεί
Άνθρωπος ανθρώπου μοιάζει και το πράμα του πραμάτου
Μονοπαρσιάς το ξύλο εγ κόβζεται
Μήτε ξινός και ρήξους σε, μήτε γλυκός και φας σε
Των παλιών οι κουβέντες ήτον αγκλαβές (Ι) κι' ημιλούσαν με τοθ Θεό
Το παιίμ μου πάντρεψα είτονα μου το καμα κι' όσι μόνο είτονα παρά και παραείτονα
Λεύτερος προξενητής για λλόου του υρεύζει
Σα δε ξέρεις να μιλής να μάθης να σωπαίννης
Το ινάτι βγάλλει μμάτι
Κατά την ούγια και το παννί
Σ την αναβροσιά καλό γκαι το χαλαζι
Ούλοι οι σσύλλοι μιά ενιά ναι
Ένας χρόνος άσπορος πέντε χρόνια έρημα
Άη Γιώργη βούθα μου, μα κλώτσα και το πααράκι σσου
Ως τ΄άη Νικολοβάρβαρα οι τοίσοι κόμη βράζουν
Των καλών αντρών οι υναίκες δείχνουν απ' τα μάγουλα
Πού τ΄αγκάττι βγαίνει ρόδο κι' από το ρόδο βγαίνν΄αγκάττι
Μήτε τ' αντρόυνα κακία, μήτε τ' αδέρφσια αμάση
Αχαλίνωτη κυρά με τα ρούχα της τα βάλλει
Απρίλλη με τα λούλουα και Μάη με τα ρόδα
Κούρεψ' ταυγό να πάρης μαλλί
Η αρρώστια κ' η αρκοντζιά γνωρίζουνται πο μακυρζιά
Ακριβός χαρρεί κερδεύζει και φεύγουν του και εν το νοιώννει
Που 'σει κόρην ακριβή, του Μάρτ' ο νήλιος να μην τηνε η
Παλιός οχτρός καινούργιος φίλος ε ζίνεται
Που λυπάται του κάττη το ψωμί τρών οι ποντικοί τα ρούχα του
Του γουρλιού το νι κι αυτό κι αν το κόψης πάλι θα ψωνίζη θέλει
Αλίμονον του που εμ μαερεύζει και λιμένει που τη γειτονιά του
Α δε ξοδέψης δε θα σοδέψης
Ωλίς το ζέρνουν δεκοχτώ και εν το ζέρνει ο νους του
Χρόνου μελέτημα ώρας ξετύλιμα
Μά πέση λύκος στό μαντρί, αλίς πού τό σει ένα
Όπου πεθαίνει με πολλούς θάνατος ζελ λοέται
Καλομιλάτε κ' έρχομαι
Εγώ ε γκλαίω τα παθα, μόνον τα θέλω πάθει
Ας με λένε γιατρουδίνα κι' ας πεθαίνω που τημ πείνα
Τον ωφελεί η λωλλάγρα τη φρενιμά ήντα τη θέλει
Ας είν' μικρό το σπίτι σσου κι ας είν' μοναχικό σου
Βρέξε κώλο α φάης ψάρι
Τζυο αερφοί μαλλώνασι και τζυο λωλλοί πιστεύγασι
Των ακριβών τα πράματα τα τρων οι χαροκόποι
Τά μπρός καράβjα φρονιμεύγουν τά πίσω
Έσεις γρούσα έσεις δόξα έσεις παρά έσεις φτερά
Γιός στραβός υπομονή μα στραβός γαμπρός γιατί;
Η εντροπή καλό εγ κάμνει
Μήτε ο Μάρτης καλοκαίρι μήτε ο Άουστος χειμώνας
Αλίμονον πού λείβζει πού τόγ γάμον του
Μημ πης της άξας τίποτις και πη σου κείνα που σει
Ο καρβουνάρης βασιλίας πάλι τα ξύλα πεθυμά
Εγώ το βρούλλο λώννομαι και τογ καιρό περνώ τον
5 Σαράντα λαμπροκύριακα ρούχο ε γκαταλειέται
Αν δεν έσης παλιό δώκε νιον κι' αγόρασε
Τα λόγια τουμ πολλώ κάμνουν τον άνθρωπον λωλό
Θέλεις κόρη μάννα χώρει
Που τηγ κεφαλή βρωμά το ψάρι
Άπιαστος κλέφτης καθάριος ουρανός
Ευκού του ξένου κήπου να σαίρετ' ο κιός σσου
Σαράντα βουλές έπαιρνε που τη δική σσου μη ξεφεύγης
Μήν σσάξης αλλουνού κρικέλλια μήν σσάξουν τα κιά σου
Από μικρό κι από λωλλό θα μάθης την αλήτσεια
Μ' έκαμεν η μάννα μου να μοιάσω του κυρού μου
Ζερβός, Ιωάννης Κλ. -
Identifier:
881801
Internal display of the 881801 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred