Δόντι μπακιρόνω

Δόντι μπακιρόνω

  1. Ψηφιακό τεκμήριο
  2. Παροιμίες ΚΕΕΛ
  3. Φιλιππακόπουλος, Π.
  4. Σαπουνακέικα Αρκαδίας
  5. 1920
  6. Ερμηνεία: Λέγεται παρ' ενός είς τον άλλον ώς αστείον όταν ακούη αυτόν να κατηγορή τρίτον πρόσωπον
  7. Ελληνικά
  8. Μη προσδιορισμένη
  9. https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el
  10. Παροιμίες
  11. δόντι
  12. δίνω - δουλειά
  13. 22
  14. Αρ. 958, σελ. 18, Σαπουνακαίϊκα Κυνουρίας, Π. Φιλιππακόπουλος
  15. 958
  16. Αρχείο Χειρογράφων
  17. 445421/Αρκαδία, Σαπουνακαίϊκα