(Κάθεται και μ' ανεκαιρώνει) παλαιού αρραγού βαστάγια

(Κάθεται και μ' ανεκαιρώνει) παλαιού αρραγού βαστάγια

  1. (Κάθεται και μ' ανεκαιρώνει) παλαιού αρραγού βαστάγια
  2. Ψηφιακό τεκμήριο
  3. Παροιμίες ΚΕΕΛ
  4. Πάγκαλος, Γεώργιος Εμμ.
  5. Κρήτη.
  6. 1925
  7. Ανεκαιρώνω = ανανεώνω, αναμιμνήσκομαι τι, αναμιμνησκόμενος μου αναφέρει παλαιά, λησμονημένα πράγματα
    Η συνεκφορά του ανεκαιρώνει με τα βαστάγια (= κορδόνια, σχοινάκια) καθιστά πιθανόν ότι το ρ. Προέρχεται όχι εκ του ανακαινόω – ανακαινώνω – ανακαιρώνω και ανομοίωσιν αλλ΄ες του κακρόω (= συνδέω τον στήμονα) αφού και εν τη προειρημένη παρομοιώσει φράσει γίνεται ανασύνδεσις των δια της λήθης τρόπον και κοπέντων σχοινακίων, βασταγών του παλαιού αρραγού
  8. Ελληνικά
  9. Μη προσδιορισμένη
  10. https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el
  11. Παροιμίες
  12. αραγός
  13. απομένω – άρρητος
  14. 8
  15. Αρ. 866, σελ. 222, Γ. Πάγκαλος, Δυτ. Κρήτη
  16. 866
  17. Αρχείο Χειρογράφων
  18. 6697802/Κρήτη