'γγίζω - εγγίζω

'γγίζω - εγγίζω

  1. 'γγίζω
  2. Ψηφιακό τεκμήριο (Δελτίο)
  3. Δελτία ΚΕΝΔΙ-ΙΛΝΕ
  4. εγγίζω
  5. Ελληνικά
    • Πρωτότυπο