- Ψηφιακό τεκμήριο
- Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
- ἀλεξᾶτο
- Λήμμα
- Ουσιαστικό
- Ουδέτερο
- ἀλεξᾶτο τό, Θρᾴκ. (Σαρεκκλ.)
- Ἀγνώστου ἐτύμου.
-
Σημασιολογία:
Εἶδος σταφυλῆς, τὸ ὁποῖον ἔχει μεγάλας ρᾶγας ξανθὰς καὶεὐώδεις.[**]