Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Login
Κεντρική πλοήγηση
Αρχική
Αναζήτηση
φτύνω
Default
Graph
Λήμμα
φτύνω
Γλώσσα οντότητας
Ελληνικά
Λήμμα
156
Προβολή λίστας
Ο εβραίος σα φτωχήνη τα παληά δεφτέρια πιάνει.
Στο φτύμα.
Φτύσ' τ' αρχίδια σου.
Φτύσ' στο κόρφο σου.
Φτύξι και λήξι.
Όσου να φτύσου.
Σαν και φτώ δεν μαζώνω.
Είναι, "έχεις άλλο να φτής;".
Ντο έφτυσες σο χέρι μ' ναλείφω το κατσίσ'.
Αι φτύσ' τ' αποκατινά σου!
Αι φτύσ' τ' αγγειά σου!
Φτύσε εις τον κόρφον σου.
Φτύσε στον κόρφο σου να μη βασκαθής.
Αυτός δεν φτάει στο χέρ'.
Την οροσπήν έφτυγαν κ' εκείνε έλεγεν βρέχ.
Σι ξή λιγέν φτά.
Φτύσ' τον να μη βασκαθή.
Έχεις άλλο να φτύσεις;
Αυτή είναι α ζεματίζης κουκία και να φτής απάνω τ'ς.
Σ σόμ πρόσωπον ουτ να φτήζης θαρρεί βρέσ'.
Όποιος φτύ'ς τον αέρα φτύ' σ' τη μούρη του.
Αν φτύζ' απάνου, φτύζω τα μουστάκια μου. Αν φτύζ' απουκά, φτύζω τα γένεια μου.
Αν φτύξης τον ουρανό φτύς τ' αμμάθια σου, κι' αν φτύξης εις τη γη φτύς τα γένεια σου.
Να φτύσης στον κόρφο σου και να φύγης.
Τον φθυσύν κ' η μύγιες.
Αν φτύσης σκάει άθρωπος.
Έφτυσε στην πέτρα κι έσκασε.
Να! Έφτυσα.
Φτύσε το διάβολο.
Το σάλι που φτύνουμε δε μαζεύεται.
Που φτεί σίξα του καιρού, φτεί κ' τημ μούρην του.
Όντας σε φτούνα θαρρείς πως βρέχ'.
Φτύσε, φτύσε, γίνεται ποτάμι.
Μάσσησε κουκκιά και φτύσ' τηνε.
Μάσα σκατά και φτύσε με, αν σου ξαναμιλήσω.
Αν να φτύζω, φτύζω τα μουστάκια μ', κα να φτύζω, φτύζω τα γένα μ'.
Αν φτύσω πάνω, θα φτύσω το Θεό, κι άν φτύσω κάτω, θα φτύσω τα γένεια μου.
Αν φτύσω πάνω, φτυώ τη μούρη μου, κι αν φτύσω κάτω, φτυώ τα γένεια μου.
Αν φτύν' απάνου φτυ'ω τα μούτρα μου, κι αν φτύνω κάτω φτυώ τα γένεια μου.
Μάσα σκατά και φτύσε μας.
Αν φτύσ' απάνω, φτυώ τα μούτρα μου, αν φτύσω κάτω φτυώ τα γένεια μου.
Να φτύξω πάνω φτυώ τοθ θεόν, να φτύξω κάτω φτυώ τα γένεια μου.
Να φτύξω πάνω δτιώ τοθ θεόν, να φτύξω κάτω φτιώ τα γέννεια μου.
Ήφτυξα το σάλιο μου, επίσω δεν το παίρνω.
Αν φτύσω πάνω, φτύω τα μουστάκια μου κι αν φτύσω κάτω φτυώ τα γένεια μου κι όπου να φτύσω, πάντα σε μένα πέφτει.
Αν φτύξω πάνω θα φτύσω το Θεό κι αν φτύξω κάτω θα φτύσω τα γένεια μου.
Όποιος φτύξη τον ουρανό πέφτει το σάλιο μέσ' τη μούρη του.
Ποιός έφτυσε 'σ τον ουρανόν και δεν έπεσε στο πρόσωπόν του;
Αν φτύσω κάτω φτυώ τα γένεια μου κι αν φτύσω απάνω τα μουστάκια μου.
Όποιος φτεί τον ανήφορο, φτεί το πρόσωπό του.
Να φτύξω 'πάνω, φτυώ το Θεό, να φτύξω κάτου φτυώ τα γένεια μου.
Να φτύσου τουν ανίφουρου, φτυώ τα μούτρα μ'. Να φτύσω τουν κατίφουρου, φτυώ τα γένεια μου.
Φτύξαι στον κόρφο σου.
Έφτυσε και την έκαμε.
Ήφτυξεν κι' ήκαμεν το.
Τον έφτυσε και βγήκε.
Τον έφτυσε στο στόμα.
Όπου φτεί τον ανήφορο φτεί το πρόσωπό του.
Να φτύσ' απάν' θα φτύσω τα μούτρα μ, να φτύσω κάτ' θα φτύσω τα γένεια μ.
Ο Γιώργος είναι φτύσμα του.
Τον έφτυσε στο στόμα.
Τον έφτυσε σ' το στόμα.
Θαρρείς πως το φτυξεν και τό καμεν.
Όπου φτύει τον ουρανό φτει τα μούτρα του.
Όποιος φτύει τον ουρανό φτύει τα μούτρα του.
Να φτύσω πάνω, φτύνω του προσώπου μου, να φτύσω κάτω, φτύνω των γενειών μου.
Αν αν φτύζω, φτύζω το πρόσωπό μ', και τα γενιά μ'.
Αν φτύζω, φτύζω τα μουστάκια μ, κα φτύζω φτύζω τα γένεια μου.
Να φτύσου τουν ανήφουρου φτυώ τα μούτρα μ. Να φτύσω τουν κατήφουρου φτυώ τα γένεια μου.
Να φτύσω απάνω τα μουστάκια μου, να φτύσω κάτω τα γένεια μου.
Να φτύσω απάνω, φτώ τα μούτρα μου, να φτύσω κάτω, φτώ τα γένεια μου.
Φτάς σ' απάνου, φτάς dουν Θιό. Φτάς σ' ακάτου, φτάς τα γένια σ'.
Αν φτύξ' απάνω, φτώ τα μούτρα μου κιάν φτύξω κάτω, φτώ τα γένεια μου.
Όποιος φτεί τον ουρανόν φτεί τα μούτρα του.
Όποιος φτεί τον ανήφορο, φτεί το πρόσωπό του.
Να φτύσ' απάνω φτυώ τον Θεό να φτύσω κάτω, φτυώ τα γένεια μου.
Να φτύσω πάνω φτυώ τα μούτρα μου να φτύσω κάτω τα πόδια μου.
Να φτύσου πάνου φτού τα μούτρα μου, να φτύσω κάτου φτού τα γένεια μου.
Να φτύσω κάτω φτώ τα γένεια μ', να φτύσω πάνω φτώ τα μστάκια μ. Τι να φκειάσω;
Αν άν φτύζω τον πρόσωπο μ', κα, τα γένεα μ'.
Αν φτύσης τον ουρανό τα γένεια σου θα φτύσης.
Φτύσ' τον να μη dον ματιάξς.
Όπου φτύσω, απάνου μου!
Όπου φτύσει ένας, ξεραίνεται κι' όπου φτύνουνε πολλοί, ρέμα γίνεται.
Να φτύξω πάνω φτυώ ρο Θεό, να φτύξω κάτω, φτυώ τα γένεια μου.
Σάμα τουν έφτ' σι μι του στόμα τ'.
Όποιος φτυάει του Θιό φτυάει τα γένεια τ'.
Να φτύσω πάνω φτώ τα μουστάκια μ'. Να φτύσω κάτω φτώ τα γένεια μ'.
Όποιος φτύζ' καρσου 'κ σον αέραν, τα γένεα τ φτύζ'.
Να φτύσω απ' το κατήφορο φτύνω τα γένεια μου, να φτύσω απ' τον ανήφορο φτύνω τα μουστάκια μου.
Φτας σ' απάνου, φτάς ντου Θιό. Φτάς σ'ακάτου, φτάς τα γένια σ'.
Όποιος φτάει τον ανήφορο, φτάει τα μούτρα του.
Αν αν φτύγω, φτύγω το πρόσωπό μ' και κάτ', τα γένα μ'.
Να σου φτύξω, να μη σε φταρμίσω.
Ανέ φτύξ' απάνω, φθιώ τα γένεια μου, κι ανέ φτύξω κάτω, φθιώ τα ρούχα μου.
Έφω φτεί, μέσα κατουρεί.
Φτώ απάνου φτώ του θγιό, φτώ κάτου, φτώ τα γένια μ'.
Αν φτύσης απάνω φτείς τα μούτρα σου, κιαν φτύσης κάτω, φτείς τα γένεα σου.
Ο πτύων εις τον ουρανόν τα γένεια του πτύει.
Αν φτύξ' α΄πάνω, φτυώ τον ουρανό. Αν φτύξω κάτω, φτυώ τα γένεια μου.
φτύνω -
Identifier:
327683
Internal display of the 327683 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred