- Τον έφτασα (-εχόρτασα). - Ως που βλέπουν τα μάτια του, και φτάνουν τα πόδια του. - Έφτασε εις τον παπά το χουλιάρι. - Δε φτάν΄ του παννί για βρακί.

- Τον έφτασα (-εχόρτασα). - Ως που βλέπουν τα μάτια του, και φτάνουν τα πόδια του. - Έφτασε εις τον παπά το χουλιάρι. - Δε φτάν΄ του παννί για βρακί.

  1. - Τον έφτασα (-εχόρτασα). - Ως που βλέπουν τα μάτια του, και φτάνουν τα πόδια του. - Έφτασε εις τον παπά το χουλιάρι. - Δε φτάν΄ του παννί για βρακί.
  2. Ψηφιακό τεκμήριο
  3. Ελληνικά
  4. Μη προσδιορισμένη
  5. 64
  6. φέρνω-φτηναίνω
  7. Συρτάρι 64
  8. φτάνω
  9. Αρχείο Χειρογράφων
  10. κόκκαλο