- Αμ ΄σ' έχω φρόνιμον.
- Ψηφιακό τεκμήριο
- Ελληνικά
- Μη προσδιορισμένη
- 64
- φέρνω-φτηναίνω
- Συρτάρι 64
- φρόνιμος
- Λ.Α. αρ.51, σ.3, αρ.26, Ήπειρος
- 51
- Αρχείο Χειρογράφων
- Φράσης κολακευτική λεγομένη υπό των διακοπτομένων κατά την ύπαρξην του λόγου αυτού ή των σκέψεων τους εις τους υποβάλλοντας αντίθετων γνωμών.
- Ήπειρος.