Τυφλός βελόν' αχάλευε μέσα στην αχεριώνα, κι άλλος, κουφός, του φώναζε γι' άκου που ντιγκανίζει.

Τυφλός βελόν' αχάλευε μέσα στην αχεριώνα, κι άλλος, κουφός, του φώναζε γι' άκου που ντιγκανίζει.

  1. Τυφλός βελόν' αχάλευε μέσα στην αχεριώνα, κι άλλος, κουφός, του φώναζε γι' άκου που ντιγκανίζει.
  2. Ψηφιακό τεκμήριο
  3. Ελληνικά
  4. Τσαγανός-φερμάνι
  5. 63
  6. Μη προσδιορισμένη
  7. Συρτάρι 63
  8. Λ.Α. αρ. 918, σ. 5, αρ. 63, Κατζιούλη, Τεργ.
  9. 918
  10. τυφλός
  11. Αρχείο Χειρογράφων
  12. 1928
  13. Ιωάννινα.
  14. Κατζιούλης, Παρθένιος