Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Login
Κεντρική πλοήγηση
Αρχική
Αναζήτηση
τσεκούρι
Default
Graph
Λήμμα
τσεκούρι
Γλώσσα οντότητας
Ελληνικά
Λήμμα
10
Προβολή λίστας
Τσεκουράτα
Τό κοψε με τσεκούρι. Τό κοψε τσικουράτα. Τσεκούρια πάει χαλεύοντας αυγό να ξεφλουδίση. Σαν το τσικούρι του γύφτου.
Βάνω τσεκούρι
Ξεστελιάστη τσεκουριά, όσο ζυγιάζη σίδερο
Τσο τσικούρι αίν' πετούρι, τσε τ' αλέτρι άμε τσ' έλα, στο δικέλι μαπίν' ο κόπος, κάτσε μαγκαννοστήβαζε να δης που είνι'
Βάνω τσεκούρι
Βάνω τσεκούρι
Στο τσεκούρι
Έσ΄κουσιά ή σατράν ή τσικούρ'
Το δέdρο παραπονέθηκε απ' το τσεκούρι διότι το κόφτει κι εκείνο απάντησε "το μανίκι είναι από σένα"/
τσεκούρι -
Identifier:
218650
Internal display of the 218650 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred