- Ψηφιακό τεκμήριο
- Επιστημονική Ορολογία
- wind energy
- αιολική ενέργεια
- Ενέργεια διαθέσιμη από τη ροή του ανέμου, σε μια τοποθεσία, η οποία προκαλείται από τη θέρμανση της ατμόσφαιρας της γης και των ωκεανών από τον ήλιο. Αξιοποιείται με τη χρήση ανεμογεννητριών για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
- Ενεργειακή Τεχνολογία
- 11
- 2012