Αυτός τρικυμίζει πολύ.

Αυτός τρικυμίζει πολύ.

  1. Ψηφιακό τεκμήριο
  2. Ελληνικά
  3. τορνέσι-τρώγω
  4. Μη προσδιορισμένη
  5. Συρτάρι 62
  6. 62
  7. Λ.Α. αρ. 943, σελ. 5, Κερκύρας, (Ανωνύμου)
  8. 943
  9. Αρχείο Χειρογράφων
  10. τρικυμία
  11. Τρώγει πολύ. Το ρ. τρικυμίζω λέγεται και φαγητού και γενικώτερον τρικυμίζει=καταστρέφει. Μεταφορικώς εκ της καταστρεφούσης τρικυμίας.
  12. Κέρκυρα.
  13. Άγνωστος