τάστρεψε

τάστρεψε

  1. Ψηφιακό τεκμήριο
  2. Συρτάρι 60
  3. Ελληνικά
  4. Σπετσιώτης-σύνορο
  5. 60
  6. Μη προσδιορισμένη
  7. Αρχείο Χειρογράφων
  8. Λ.Α. αρ. 502, σ. 67, Βογατσικό Μακεδονίας, Γρέζος
  9. 502
  10. στρέφω
  11. 1916
  12. Βογατσικό
  13. Γρέζος, Τριαντάφυλλος
  14. Εδραπέτευσε