Ευτέθησα στόμη με στόμη

Ευτέθησα στόμη με στόμη

  1. Ψηφιακό τεκμήριο
  2. Συρτάρι 60
  3. Ελληνικά
  4. Σπετσιώτης-σύνορο
  5. 60
  6. Μη προσδιορισμένη
  7. Λ.Α. αρ.1568, σ. 293, Χ. Παπαχριστοδούλου, Ρόδος, 1932.
  8. 1568
  9. Αρχείο Χειρογράφων
  10. 1932
  11. στόμη
  12. Παπαχριστόδουλος, Χ.
  13. Ρόδος
  14. (ασυμβίβαστα, πεισματάρηδες) στόμη η= στόμη, το ατσάλι που βάζουν οι σιδηρουργοί στο διόρθωμα των γεωργικών εργαλείων