Στόμαν έχ' και λαλίαν 'κ' έχ

Στόμαν έχ' και λαλίαν 'κ' έχ

  1. Στόμαν έχ' και λαλίαν 'κ' έχ
  2. Ψηφιακό τεκμήριο
  3. Συρτάρι 60
  4. Ελληνικά
  5. Σπετσιώτης-σύνορο
  6. 60
  7. στόμα
  8. Μη προσδιορισμένη
  9. Α.Α. Παπαδόπουλος. Αρχ. Πόντου Γ. (1931), σ. 43, 1412.
  10. Αρχείο Πόντου
  11. 1931
  12. Πόντος.
  13. Περιοδικό
  14. Παπαδόπουλος, Άνθιμος Α.
  15. στόμα έχει και φωνή δεν έχει. Επί του λίαν ησύχπυ ή του δυστυχούντος και μη παραπονουμένου. Παραλλαγή: "-και λαχουσίαν κ έχ" (λαχουσία= ο ελάχιστος ψιθυρισμός