Ο περίφημος αφορισμός του Διογένη, ο οποίος έχει δοθεί ως απάντηση στο κλασσικό ερώτημα περί των άρχων, θεμελίωσε τη βούληση να επανεξεταστεί η ιδέα του κράτους-έθνους. Ο κοσμοπολίτης - ο πολίτης του κόσμου- αντιλαμβάνεται εαυτόν ως τον πολίτη μιας παγκοσμίου πολιτείας, η οποία θα συσπειρώσει ολόκληρη την ανθρωπότητα γύρω από την αποδοχή της κυνικής ηθικής. Ο κοσμοπολιτισμός του Διογένη εξελίσσεται όχι μόνον ως διαπιστωμένη ρήξη ως προς την ένταξη σε μία πολιτεία και σε ένα πολιτειακό σύστημα, αλλά, εξίσου, ως υπόρρητη φανέρωση μιας πιθανής κοινότητας κυνικών που μοιράζονταν την ίδια ηθική, τη διαπνεόμενη από την επιστροφή στη φύση.
Η ζωή του Διογένη, σε ό,τι αφορά τόσο την απόρριψη της πόλης, την άρνηση της ιδιοκτησίας, όσο και σε ό,τι αφορά την αυτονομία, σκιαγραφεί τις προκείμενες της αναρχικής θεωρίας. Οι αξίες που προωθούνται από τον κοσμοπολιτισμό του Διογένη επιβεβαιώνουν όχι μόνον την προσωπική ελευθερία, αλλά κυρίως την ύπαρξη μιας ηθικής κοινότητας, η οποία θέτει τη φυσικότητα στην ίδια την καρδιά της ζωής. Και ακριβώς από αυτήν την πρωταρχικότητα της κυνικής ηθικής αναδύεται η πολιτική θεώρηση του κυνισμού, ένας αναρχισμός που είναι η συνέπεια της επιστροφής στη φύση. Ο κυνικός κοσμοπολιτισμός καθίσταται έτσι το αποτέλεσμα της ηθικής ζωής, η οποία και τον ανάγει στον αναρχισμό, στον αναρχο-κυνισμό.