Το Πέμπτο Κεφάλαιο του Τρίτου Βιβλίου της πραγματείας Περί ψυχής αποτελεί ένα από τα πιο δύσκολα και αινιγματικά σημεία της σκέψης του Αριστοτέλη. Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται η περίφημη διάκριση του νου σε δύο είδη: (α) στον παθητικό νου που γίνεται όλα τα νοητά (ο μεν τοιούτος νους τω πάντα γίνεσθαι) και είναι φθαρτός, και (β) στον ποιητικό νου που τα πραγματώνει όλα σαν μία έξη, όπως το φως (ο δε τω πάντα ποιείν, ως έξις τις, οίον το φως), και είναι χωριστός, απαθής, αμιγής, αΐδιος και αθάνατος.
Τα όσα αναφέρει ο Σταγειρίτης φιλόσοφος στο συγκεκριμένο κεφάλαιο για τον παθητικό και ποιητικό νου απασχόλησαν από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή τους μελετητές και ερευνητές του φιλοσοφικού του έργου, όπου, όπως επιχειρούμε να δείξουμε στο παρόν άρθρο, οι περισσότεροι απ΄ αυτούς υποστήριξαν ότι πρόκειται για δύο διαφορετικά είδη νου. Εμείς, όμως, με τη σειρά μας υποστηρίζουμε ότι η διάκριση του νου στο Πέμπτο Κεφάλαιο του Τρίτου Βιβλίου της πραγματείας Περί ψυχής σε παθητικό και ποιητικό νου αφορά τη δυαδικότητά του (duality) ή τα διαφορετικά επίπεδα λειτουργίας του και ότι δεν πρόκειται για δύο διαφορετικά είδη νου.
Επίσης ακολουθώντας την άποψη του Χαράλαμπου Ιεροδιακόνου τονίζουμε ότι ο διαχωρισμός εδώ σε παθητικό και ποιητικό νου μας επιτρέπει να παραλληλίσουμε: (α) τον παθητικό ως τη βιολογική βάση της σκέψης, που η σημερινή Ιατρική δέχεται ότι είναι ο εγκέφαλος, και (β) τον ποιητικό ως την ενεργητική λειτουργία της σκέψης.