- Τράβα τον τη σκούτα τ'.
- Ψηφιακό τεκμήριο
- Ελληνικά
- Τορνέσι-τρώγω
- Μη προσδιορισμένη
- Συρτάρι 62
- 62
- τραυώ
- Π. Παπαχριστοδούλου, Σαράντα Εκκλησίαι, Θρακικά, τ. Α', σ.. 182.
- Θρακικά Α΄.
- Φιλιππούπολη.
- Υπενθύμιζέ του κάθε λίγο τραβώντας την άκρα του ρούχου του. Σκούτα= η άκρα του ρούχου.
- Περιοδικό
- Παπαχριστοδούλου, Πολύδωρος