Τφικαλεύρς.

Τφικαλεύρς.

  1. Ψηφιακό τεκμήριο
  2. Ελληνικά
  3. Τορνέσι-τρώγω
  4. Μη προσδιορισμένη
  5. Συρτάρι 62
  6. 62
  7. Αρχείο Χειρογράφων
  8. Λ.Α. αρ. 880, Αιτωλίας Λουκόπουλος, 331.
  9. 880
  10. 1927
  11. Τουφεκαλεύρης
  12. Κακριδής, Ιωάννης
  13. Πενής. Ο μήδε άλευρον έχων εις τον οίκον του. (κυριολ. ο τουφεκιών το άλευρον.)
  14. Αιτωλία.