- Ψηφιακό τεκμήριο
- Ελληνικά
- Τορνέσι-τρώγω
- Μη προσδιορισμένη
- Λ.Α αρ. 441. 141. 1038, Κρήτη
- Συρτάρι 62
- 1923
- 441
- 62
- Τουρλού
- Αρχείο Χειρογράφων
- Κρήτη.
- Άγνωστος
- Σημ. Τουρλού=Τρόπος. Τουρλού Τουρλού φρ. τουρκική σημαίνουσα "κατά διαφόρους τρόπους". 'Ερμ. Παρ' ημών σημ. εθνικά αντικείμενα.