Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Login
Κεντρική πλοήγηση
Αρχική
Αναζήτηση
Μανασσείδης, Συμεών
Default
Graph
Πρόσωπο
Μανασσείδης, Συμεών
Είδος οντότητας
Πρόσωπο
Φύλο
Άνδρας
Συγγραφέας
1115
Προβολή λίστας
Χαρόντισσα= ''η υποτιθεμένη γυνή του Χάρου.(Βλ. Ε,Φ,Σ,Η' 425, αρ. 8, σελ. 3)
Καταχανάς ό. Το άλλως βρυκόλακας
Αναβάνισσα= Κρήτη εν Ίμβρω εκ τας αλυκίδας. Λέγεται ότι αυτόθι ήσαν δύο χωρία πλησίον αλλήλων. Νεάνις δε της εξέλθουσα από του ενός χωρίου μετέβαινε εις το έτερον, το οποίον όμως δεν εύρε διότι η γη σχισθείσα κατέπιεν αυτό. Επιστρέψανε εις το χωρίον της δεν εύρε και τούτο διότι και τούτο κατέπιεν η …
Την ώρα που μασούσε ο Αδάμ το μήλο ταπαγορεμένο και ήταν έτοιμος να το καταπιή τον φώναξε ο Θεός. <-Αδάμ που είσαι>; Τότες στάθηκε ο καρπός στο λαιμό του. Γιαυτό σήμερα ο λαιμός του ανθρώπου έχει το εξόγκωμα του φάρυγγα.
Εις τα παρεκκλήσια της Αγ. Τριάδος και Φανερωμένη υπάρχουσιν υπόνομοι οι οποίοι λέγουν ούτι φέρουσιν η μεν της Αγ. Φανερωμένης εις το ενοριακόν μοναστήριον του Αγ. Παντελεήμονος, η δε εις το σταυροπήγιον μοναστήριον της Σκαλωτής. Και πράγματι αι υπόνομοι φαίνονται αλλά που άγουσιν αβέβαιον. Και εν τ…
Της τρίχας το γεφύρι= «ο ποταμός Τίγρης»
Εις την αρχήν της κτίσεως του κόσμου ο ουρανός ήτο πολύ χαμηλός και δια τούτο τον έφθανον αι όρνιθες και τον ετσιμπούσαν δια του ράμφους των. Ανέφερε τούτο ο αδρανός εις την θάλασσαν ήτις τω είπε οτι είναι ικανή και πρόθυμος να τω παράσχη ύψος αν και ούτος είναι ικανός να τη δώση το αναγκαίον δια τα…
Εις την αρχήν της κτίσεως του κόσμου ο ουρανός ήτο πολύ χαμηλός προς τη Γήν όθεν έφθανον αι όρνιθες και του ετσιμπούσαν δια του ράμφους των. Μη υποφέρων δε ταύτην την βάσανον ανέφερε επι τέλους την λύπην του εις την θάλασσαν ούσαν άβαθης τότε. Αυτή δε της είπε οτι είναι ικανή και πρόθυμος να παράσχη…
Όταν ηθέλησε ο Αδάμ να αροτριάση την γήν εγόγγυσεν η γή εκ του πόνου. Και είπεν ο θέος προς αυτήν. Υπόμεινον οτι έχεις να θρέψης πλήθη ανθρώπων.
Αναβάνισσα = κρήνη εν ταν εν Ίμβρω αλυκίδας μυθεύεται οτι αυτόθι ήσαν δυό χωριά πλησίον αλλήλων. Νεανίς δε της εξελθούσα από του ενός χωρίου ήρχετο εις το έτερον, αλλά δεν εύρεν αυτό, διότι είχε καταπιεί αυτό η γή σχισθείσα επιστέψασα η νεανίς εις το χωρίον τςη, δεν εύρε και τούτο, άμα ως εκήλθεν αυ…
Ο κόκκυξ κρώζει καθ’όλον τον Μάιον και θέλει μεν να εξακολουθήση το ηδονικόν του κελάδημα και καθ’άπαν το θέρος αλλ’επειδή και η μοίρα αυτού τότε ο έτι μάλλον αυτού φυλώδος τέττιξ αρχίζει να ψάλλη κατά του Ιουνίου και φοβούμενος ο κόκκυξ μήπως ούτος εισδύση εις του πρωκτού του σιωπά ει και άτην και …
Φαρσί = Μυθώδης πτερωτός ίππος.
Γοργόνα ή φάρσα= ο ευ τοίς παραμυθίου πτερωτός ίππος κι ο αρχαίος Πήγασος
Πιστεύεται οτι αι κυλίδες αι φαινόμεναι εν τη σελήνη είναι ο τόπος των αδελφών Κάϊν και Άβελ, του μεν φονεύοντος τον δε. Όθεν έχει και την αρχήν το τραγώδιο. Μέσ' το φεγγάρι το λαμπρό δυό δέρφια σκοτωμένα ΄'ετσι θα σκοτωθώ κι γώ πουλί μου γιά τε σένα.
Όταν θέλησε ο Αδάμ να οργώσει, η γή αναστέναξε από τον πόνο. Και ο Θεός της είπε : “Υπόμεινε γιατί έχεις να θρέψεις πλήθος κόσμου”.
Η δεκοκτούρα είναι πτηνόν το οποίον τοιούτου, κρυγμόν εκβάλλει κι να λέγη δεκοχτώ. Ητό δι αύτη, γυνή νεαρά και νεονύμφος έχουσα κι φαίνεται δύστροπον εκυράν. Ημέραν τινά η νύμφη εζύμωσε δέκα και οχτώ άρτους. Φαίνεται δ’ότι η εκυρά εμέτρησεν αυτούς δέκα εννέα. Ηφού έψησαν τους άρτους αριθμεί και πάλι…
Καθ'ήν ώραν εμάσα ο Αδάμ του καρπού του απηγορευμένου δένδρου και ήτον έτοιμος ίνα καταπίη και εφώνησεν αυτώ ο θεός. Αδάμ που εί; Εστάθη ο καρπός εις τον λαιμόν και ιδια του το σήμερον ο λαιμός του ανθρώπου έχει το εξόγκωμα ή τσι το εξέχον του φάρυγγος.
Όταν ο Αδάμ εμιάσα τον απηγορευμένον καρπόν και ήτον έτοιμος να καταπίη αυτού τω εφώνησεν ο Θεός. ''Αδάμ που εί;>Και εστάθη ο καρπός εις τον λαιμόν του και δια τούτο ο λαιμός των ανθρώπων φέρει το πρήσμα τούτο δηλ. Το εξέχον του φάρυγγος.
Την 'ωρα που μασούσε ο Αδάμ το μήλο ταπαγορεμένο και ήταν έτοιμος να το καταπιή τον φώναξε ο Θεός. <-Αδάμ που είσαι;) Τότες στάθηκε ο καρπός στο λαιμό του. Γι αυτό σήμερα ο λαιμός του ανθρώπου έχει το εξόγκωμα του φάρυγγα.
Μαγαράς=Μυθώδες σπήλαιον με σιδηρένιαν θύραν εν τοις παραμωθίοις πλήρες θησαυροδ και σήμερον ακόμη πιστεύεται ότι υπάρχουσι μαγαράδες. Τοιούτως πιστεύεται ότι υπάρχει και εν Αίνω παρά τους πρόποδας του βουνού. Κλαυσή δια τον οποίον κατά το 1873 έγινε πλείστος λόγος διότι Αινιός τις έφερεν επίτηδες ά…
Όταν θέλησε ο Αδάμ να οργώσει, η γή αναστέναξε απο τον πόνο. Και ο Θεός της είπε : <Υπόμεινε, γιατί έχεις να θρέψεις πλήθος κόσμου>
Μαγαράς= Αντί μεγαράς. Μυθώδες σπήλαιον με σιδηρένιαν θύραν εν τοις παραμωθίοις πλήρες θησαυροδ και σήμερον ακόμη πιστεύεται ότι υπάρχουσι μαγαράδες. Τοιούτως πιστεύεται ότι υπάρχει και εν Αίνω παρά τους πρόποδας του βουνού. Κλαυσή δια τον οποίον κατά το 1873 έγινε πλείστος λόγος διότι Αινιός τις έφ…
Πιστεύεται ότι καθ’ ήν ώραν εκφωνείται κατά πρώτον ο ‘’καλός λόγος’’ το Χριστός Ανέστη και ειλαμπάς άνωθεν του τόπου ορ’όν κρύπτεται θησαυρός. Και όταν ίδωσιν ότι κατ’αυτήν την ώραν απουσιάζει τις πιστεύουσιν ότι απήλθε να εξορύξη τοιούτον θησαυρόν.
Λέγουσι και αδιστάκτως πιστεύουσιν ότι είς το μέρος ένθα είναι κεκρυμμένος θησαυρός καθ’ ήν ώρα εκφωνείται το Χριστός Ανέστη (ο καλός λόγος) φαίνεται άνωθεν λαμπάς καίουσα. Όταν δε ίδωσι τινα άπου σκάζοντα εκ της εκκλησίας κατ’αυτήν την επίσημον ‘ωραν υποπιστεύονται ότι απήλθε προς ανόρυξιν θησαυρού…
Σκαπτοντες ίνα εξορύξωσι τεθαμμένον θησαυρόν ανάγκη να μη ομιλήση της, διότι τότε ο θησαυρός μεταβάλλεται είς άνθρακας. Το των αρχαίων :άνθρακες ο θησαυρός
Σκάβοντας να βγάλουν κρυμμένο θησαυρό δε μιλούν, γιατί τότε ο θησαυρός γίνεται κάρβουνο (άνθρακες ο θησαυρός)
Πιστεύεται πως την ώρα που λένε πρώτη βολά τον καλό λόγο, το Χριστός Ανέστη, καίει λαμπάδα πάνω από τον τόπο που είναι κρυμμένος θησαυρός. Και βλέποντας αν την ώρα τούτη κανείς λείπει, λένε : πάει να βγάλει θησαυρό
Γήσκος του σπιτιού = ο καλός ή κακός δαίμων της οικίας. π.χ μ'επήτησεν ή δεν μ'επήκυσεν ο γήσκος του σπιτιού.
Στοίχειωμα, το = άλλ. Στοιχείο και Φάντασμα.
Την παραμονή των Χριστουγέννων βάλουσιν εις την εστίαν εν μέγα τσαλίον ίνα εμποδίζη τους καλλικαντσάρους τσυ καταβαίνειν εκ της καπνορρόης κεντρώνον αυτούς. Μετά δε τα δωδεκάμερα ότε πλέον αναχωρούσιν εις τας αγνώστους πατρίδας των οι καλλικάντσαροι εμπήγουσι το τσαλίον εν τω μέσω του αγρού ως αλεξι…
Γοργόνα = μυθολογικός πτερωτός ίππος.
Νεράδα και Νεράϊδα= τα θηλυκά στοιχεία τα ευρισκόμενα κατά τας φρένας των δεισιδαιμόνων και απλοϊκών όπου είναι ύδατα, πιστεύεται ότι άμα τας ομιλήση της του παίρνουν την φωνήν.
Νεράδα και Νεράϊδα= Στοιχειά θηλυκά όπου υπάρχουν νερά πιστεύουν ότι άμα τας ομιλήση τις του παίρνουν την φωνήν.
Εξωτικόν . Το άλλως τελώνιον. Ευτούς παραμυθίουσ ο διάβολος.
Δύο ντερεμπέηδες. Ντουλκαρόγλους και Μπαλαμπάνογλους εις δύο διαφόρους εποχάς ήλθον δια ξηράς κατά της Αίνου όπως λέηλατήσωσι και καταστρέψωσιν αυτήν. Επειδή δε η πόλις της Αίνου υπερασπίζεται από βορρά προς νότον υπό λόφων και αποκρήμνων και υψηλών βράχων, απέναντι αυτών κατεσκευάσαν τα στρατεύματα…
Ανεράϊδα= αλλού Νεράδα.
Λαβαίνω= προσβάλλομαι υπό ακαθάρτων πνευμάτων”.
Πιστεύεται παρά των απλοϊκών ότι υπάρχει βίβλος της του σοφού Σολομώντος, εξ ου και σολομωνική ονομάζεται και δια της αναγνώσεως αυτής της βίβλου συνάγονται ενώπιον του αναγνώστου αυτής οι δαίμονες ερωτώντες αυτόν τι διατάσσει αυτοίς προς εκτέλεσιν και πάραυτα εκτελούσι την διαταγήν αυτού. Όθεν διδά…
Βαρυχνάς= “Εφιάλτης”.
Σβάραχνος= “Εφιάλτης”.
Σβάραχνος = “ο εφιάλτης”.
Να πέση ποντικός θα σπάση τη μύτη
Σά σί δώσω μιά στό δόξα πατρί, θά πεταχτή το φώς ιλαρόν απ' τα μάτια σ'
Έχει πίσσα και παράδεισο
Τσαγκάρης ξυπόλυτος και ράπτης ξεσχισμένος
Αυτό θέλει σκόλη και σκαμνί
Είδα πολλοί σπανοί και είχαν τρίχα και μαλλί, μια ου δεν έχεις ούτε τρίχα ούτε μαλλί
Ακριβά πουλει και δίκαια ζύγιαζε
Το πρόσωπον είναι σπαθί
Πέσε, πίττα, να σε φάγω (είσαι)
Τα μη σε μέλλει μη ρωτάς
Δεν βγάζει παπουτσι
Το κάμνω σούφρο
Τα ποδάρια μου είναι σ' ένα παπουτσι
Τα έκαμεν όλα πάστρα
Αυτά είναι παραμύθια
Από πίτα που δεν τρως μη σε μέλλει κι' αν καή
Τα περασμένα ξεχασμένα
Χαρά χαρά πανδρεύγομαι κ' αλί 'ς τον που με παίρνει
Παντού οι γριές δείχνυε τα γιαλιά τς
Ο ένας κερνάει και ο άλλος πίνει
Που δεν ακούει το γονιό παρά γωνιές καθίζει
Γλυκάθηκ' η γριά 'ς τα σύκα έφαγε και τα συκόφλα
Ήρθε ο βούτος από πέρα, άπλωσε κ΄έπιασε τόπο
Φόνοις πήγαινες να τα μάθης, εγώ γύριζα
Γλυστρά η γλώσσα του
Διάβασμα θέλει
Ευθυνά τα γλύτωσα
Το γοργόν και χάριν έχει
Όποιος έχει καλόν γείτονα αυτός κοιμούται ήσυχα
Μέ μιά παγίδα δυό τρυγόνια
Ν΄ άκουε ο Θεός τους κοράκους, θα ψοφούσαν ο [;]
Κάθε δένδρο με τον ήσκιον του
Άσπρος μπούζι
Άντρας μου στα χίβδαλα κ' εγώ στα χιβδαλίσματα
Έφτυσα γαίμα όσου να το καταφέρω
Έφαγε ένα βρόντο
Άναψε και κόρωσε
Κάθε θαύμα τρείς ημέρες και τα μεγάλα τέσσερες
Τον τρώει η γλώσσα του
Καλά σ' έχω
Ζύγωσε να μοιάση
Δεν έχει πεντάρα να ξύση το δόντι του
Δεν έχει 'νύχια να ξυσθή
Πωλεί ημέραν και αγοράζει νύχτα
Αν τον (ξανα)ιδής, γράψε τον
Τα είπα με το νι και με το ξι
Πωλεί ημέραν και αγοράζει νύχτα
Περτατεί πα 'ς τα νύχια
Νηστικό τ' αρκούδι ποτέ δε χωρεύει
Γίνεται του Κουτρούλη ο γάμος
Την καλή την προβατίνα, την κρεμνούν ένα κωδούνι
Λάμπος
Σ το μέλι τρέχουν οι μύγες
Τα μυαλά σου και μια λύρα τ' πογιατζή η κοπανίδα
Δεν είναι διά την μύτην σου
Δεν είναι δια τα μούτρα σου
Το ένα πόδι του μεσ' 'ς το μνήμα είναι
Μεροδούλι μεροφάγι
Δεν γεμίζει το κεφάλι του εύκολα
Μανασσείδης, Συμεών -
Identifier:
165432
Internal display of the 165432 entity interconnections
(Node labels correspond to identifiers)
Loading..
Legend
Navigation
Info
Loading..
Controls
Freeze
Thaw
Fit
Narrowness
Inferred