- Ψηφιακό τεκμήριο
- Αρχειακό και οπτικο-ακουστικό υλικό ερευνών
- Σπηλία Χανίων
- 1548
- Σπηλιάς
- Κισσάμου
- Χανίων
- Πάντα ονομάζετο σπηλία, από ένα μεγάλο σπήλαιο που υπάρχει στην κορυφή του χωριού.
- Κυρίως αυτόχθονες, παλαιότερα ζούσαν και Τούρκοι.
- Δύο - τρείς οικογένειες προσφύγων από τη Μικρά Ασία.
- Όχι
- Παλαιά Κρητική διάλεκτο.
- Πέντε. Παλαιότερη είναι η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (εορτάζει το 15 Αύγουστο). Κτίστηκε το 1200 π.χ. (περίπου) Σήμερα υπάρχουν επίσης οι εκκλησίες του Αρχαγγέλλου και της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας την οποία κατασκευάσαν τσιριγώτες τεχνίτες.
- Κοινοτικές
- Δύο, γιατί υπήρχαν δύο ενορίες.
- Περί τα 1850 όπως υπολογίζει.
- Ελαιοκομία, αμπελουργία (περιλαμβάνεται και η καλλιέργεια της σουλτανίνας) η καλλιέργεια των μουριών για μεταξοσκωληκοτροφία επίσης η καλλιέργεια οπωροφόρων δέντρων και ολίγων δημητριακών.
- Η ελιά (για λάδι), η άμπελος (για κρασί) και η μουριά.
- Όλα για αυτοκατανάλωση. Στο εμπόριο πήγαιναν κυρίως το λάδι και το κράσι. Στο εμπόριο έστελναν επίσης τα κουκούλια των μεταξοσκωλήκων.
- Εξακολουθεί η καλλιέργεια της ελίας και της αμπέλου. Μέτα τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο επεκτάθη η καλλιέργεια των περιβολιών με φρούτα, κυρίως πορτοκάλια και λεμόνια (τα λεμόνια όμως τελευταία περιορίστηκαν λόγω ασθενείας που έπεσε στα δέντρα).
- Όχι υπήρχαν όμως δύο μετόχια. Το ένα είναι της ιεράς μονής Γωνιάς που παραμένει και το διαχερίζεται ο οργανισμός μοναστηριακή περιουσία. Μετά από αυτό ανελάμβανε τα υπόλοιπα ο χωροφύλακας. Το πόσο θα πλήρωνε κάποιος εξαρτάτο και από την οικονομική κατάσταση.
- Στα κτήματα των μονών αυτών όπως και σήμερα, δούλευαν μισθώτες που εμίσθωναν τα χωράφια και έπρεπε να πληρώσουν μέρος του καρπού σε είδος. Υπήρχαν όμως και εργάτες που δούλευαν ημεροκάματο.
- Όχι
- 50 και πάνω
- Δύο τρείς οικογένειες
- 15 - 30 στρέμματα
- Λίγο ποιμενική κτηνοτροφία.
- Πάντα υπήρχε η οικόσιτη
- Όχι
- Όχι
- Υπήρχε συνεργείο που επεξεργάζοντο το κουκούλι. Σχεδόν όλο το χωριό το καλοκαίρι δούλευε για το κουκούλι. Είχε πολλές μουρίες εκεί που τώρα έχει περιβόλια.
- Αυτά σταμάτησαν αφ' ότου άρχισε η παραγωγή της τεχνητής μετάξης.
- Η σπήλια από το 1880 - 1910 ήταν έδρα δήμου (ένας δήμος αποτελείτο από 5 -6 χωριά). Μετά ιδρύθηκαν κοινότητες εξελέγοντο οι πάρεδροι, όπως ελέγοντο ένα είδος σημερινών με εκλογές στις οποίες ψήφιζαν μόνο οι άνδρες.
- Επεβάλλετο φόρος δημοτικής ή δημόσιας που λεγόταν μουκάτας. Αυτός επεβάλλετο στα προϊόντα, υποχρέωση ήταν να δοθεί μέρος των προϊόντων σε είδος, κυρίως στα δημητριάκα, ή σε χρήμα, κυρίως για τα σταφύλια και το λάδι (εξαρτάτο από το αν μπορούσε να διατηρήθει το προϊόν). Με πλειοδοτικό διαγωνισμό έπαιρνε τη συγκέντρωση των φόρων κάποιος ενοικιαστής (μουκατάς, μουκατάδες) και μετά τους απέδιδε στο δημόσιο. Άλλοτε κέρδιζαν οι μουκατάδες από την ενοικίαση των φόρων, άλλοτε έχαναν. Συνήθως όμως κέρδιζαν.
- Οι πολύ ευκατάστατοι αποτελούσαν την ανώτερη τάξη. Ξεχώριζαν από το ότι φορούσαν πιο ακριβά ρούχα. Γενικά δεν υπάρχουν ειδικά διακριτικά στοιχεία εκτός από το ότι οι φτωχοί φοβούντο ή ντρέπονταν να πάνε στις συναναστροφές των ευκατάστατων.
- Βέβαια. Η κοινότητα έβαζε ημερομίσθια ανάλογα με το έργο το οποίο ενεκρίνεις από την νομαρχία.
- Η εκτέλεση της εργασίας ήταν υποχρεωτική. Εξερείτο ο οικογενειάρχης επειδή η εργασία ήταν κυρίως χειρωνακτική, υποχρέωση είχαν συνήθως οι άνδρες μόνο.
- Το συμβούλιο έστελνε στην νομαρχία το ποσό και αυτή έβγαζε ένταλμα πληρωμής (η νομαρχία επικύρωνε την απόφαση του κοινοτικού συμβούλιου).
- Ναι, στις επείγουσες περιπτώσεις π.χ. στον τρύγο, στη συλλογή ελαιοκάρπου στα κουκούλια.
- Καμιά φορά βοηθούσαν στο χτίσιμο των σπιτιών.
- Οι γυναίκες βοηθούσαν κυρίως στο μάζεμα των μουρόφυλλων αλλά και σε άλλες εργασίες στο ψήσιμο του ψωμίου, στον αργαλείο κλπ.
- Το ζευγάρι με τα παιδιά, 5 - 10 άτομα. Καμιά φορά έμενα και οι γέροντες μαζί και από την αδελφοσύνη, αν κάποιος ξέμενε και δεν παντρευόταν
- Πατέρα, μάνα
- Παπού
- Γιαγιά
- Παπού
- Γιαγιά
- Με το όνομά τους ή το υποκοριστικό του ονόματος π.χ. Γιωργάκη
- Με το όνομά τους ή με το υποκοριστικό του ονόματος.
- Αδέλφι, συνήθως όμως με το βαπτιστικό του.
- Με το βαπτιστικό τους
- Όχι
- Όχι
- Με το βαπτιστικό τους
- Μπάρμπα, θείο
- Θειά και αν ήταν πολύ ηλικιωμένη γιαγιά.
- Μπάρμπα (θείο), θεία, γιαγιά (σε μεγάλη ηλικία)
- Ανηψιό ή με το βαπτιστικό
- Με το βαπτιστικό τους
- Όχι
- Αλληλαδέλφια
- Δίδυμα
- Συμπεθέρους
- Πατέρα
- Μητέρα
- Κουνιάδο,α και με το όνομά τους
- Πατέρα
- Μητέρα
- Κουνιάδο/α και με το όνομά τους
- Με το βαπτιστικό του
- Με το βαπτιστικό του
- Με το βαπτιστικό του
- Με το βαπτιστικό
- Με το βαπτιστικό τους
- Συνήθως με το βαπτιστικό τους όνομα προσθέτοντας ή το κυρά (π.χ. κυρά Μαρία) ή κυρ (Κυρ Γιώργη)
- Προηγούντο τα ονόματα των γονέων του άνδρα. Καμιά φορά εναλλάξ όταν οι γονείς δεν είχαν απαραίτητο όνομα, μπορούσε ο νονός να δώσει το όνομα που ήθελε.
- Οι γυναίκες δούλευαν στο σπίτι. Βοηθούσαν όμως και σε άλλες δουλειές όπως το κουβάλημα των ξύλων, του νερού, στην φρόντιδα των ζώων. Οι άνδρες έκαναν τις βαρειές καλλιεργητικές δουλειές. Καμιά φορά τους βοηθούσαν και οι γυναίκες.
- Οι γυναίκες θέριζαν, μάζευαν ελιές, τρυγούσαν σταφύλια.
- Άρμεγαν τα ζώα, τα έδεναν στο χωράφι, τα έφερναν στο σπίτι.
- Η εκτροφή των μεταξοσκολήκων.
- Όλες οι βαρειές αγροτικές, π.χ. όργωμα, σκάψιμο.
- Από μικρά τα έβαζαν να δουλέψουν. Ανάλογα φυσικά με το είδος της δουλειάς. Συνήθως τα παιδιά ακολουθούσαν το πρότυπο εργασίας των μεγάλων (ανδρών και γυναικών).
- Συνήθως πρώτα έφευγαν τα κορίτσια με σειρά ηλικίας για να βοηθήθουν από τα αγόρια στην προίκα τους.
- Οι γυναίκες από 18 - 25. Οι άνδρες μετά το στράτο μέχρι και τα 35 για λόγους οικονομικούς καμιά φορά, η γυναίκα μπορούσε να ήταν μεγαλύτερη από τον άντρα, όχι όμως συνήθως.
- Και από το ίδιο και από τα άλλα χωριά
- Στο πατρικό του γαμπρού. Πολλές φορές όμως ο γαμπρός έχτιζε δικό του.
- Οι γονείς έμενα με ένα παιδί. Το κάθε αγόρι φρόντιζε να κάνει το δικό του σπιτικο.
- Γενικά την κρατούσαν. Όταν δεν συμφωνούσαν, την μοίραζαν.
- Συνήθως την μοίραζαν μετά το θάνατο του πατέρα. Πολλές φορές και πριν με την συγκατάθεση του πατέρα.
- Τίποτα το θετικό επ' αυτού. Συνήθως οι γονείς έμεναν εκ περιτροπής στα παιδιά τους.
- Όταν είχε κορίτσια.
- Συνήθως όχι, για λόγους οικονομικούς πήγαιναν σώγαμπροι.
- Συνήθως στο μικρότερο κορίτσι για λόγους ηθικούς, δηλαδή να μην υπάρχει γμαπρός στο σπίτι με ανύπανδρες κουνιάδες.
- Όχι, έμενε στην κόρη του.
- Όχι, κρατούσε το όνομά του. Έκτος και αν έκαναν ιδιαίτερη συμφωνία. Δεν θυμάται όμως τέτοιο περιστατικό. Τα παιδιά έπαιρναν το όνομα του πατέρα τους.
- Αν ήταν συγγενείς μέχρι δεύτερα εξαδέλφια, ιδίως όταν ήταν συγγενείς από άνδρες.
- Ναι
- Όχι, δεν έπαιζε ρόλο το επώνυμο.
- Ναι λόγο ανικανότητας ή υπερβολική ελαττώματα τους ενός.
- Συνήθως ο γαμπρός του νόνου.
- Δεν υπήρχε υποχρέωση για τον κουμπάρο.
- Καμιά φορά οικονομικά συμφέροντα τους εξανάγκαζαν να επεκτείνουν την φιλία με κουμπαριές.
- Μόνο μεταξύ νονού και αναδεκτή ή νονού και αδεκτού απαγορευόταν.
- Κανονικά δεν μπορούσαν
- Ανέφερε τον όρο αδελφοποιτός, δεν γνώριζε όμως πολλά για το τελετουργικό του εθίμου αυτού.
- Η οικονομική ή άλλη υποστήριξη π.χ. όταν ένας από τους δύο κινδύνευε ο άλλος προσέτρεχε σε βοήθεια.
- Μόνο άντρες
- Ναι, λεγόταν ξεπρούκι.
- Συνήθως προφορικά, καμιά φορά όμως και επίσημα με προικοσύμφωνα
- Επι Τουρκοκρατίας πολύ παλιά υπήρχαν τα καπινοχάρτια που ήταν συμφωνία ενώσεως.
- Τα περισσότερα προικοσύμφωνα ήταν ιδιωτικά. Τα έγραφε ένας εγγράμματος και τα υπέγραφαν οι γονείς. Οι προξενητάδες ήταν μάρτυρες για τα συμφωνηθέντα. Για αυτό υπέγραφαν και αυτοί.
- Χρήματα έπαιρναν αν δεν παραχωρούνταν στις κοπέλες κτήματα. 40 - 60.000 μέχρι 100.000 οι μεγάλες προίκες
- Συνήθως χωράφια
- Δέντρα, ελαιόδενδρα και άλλα.
- Συνήθως τα ίδια. Έπαιζε ρόλο και η ομορφιά. Η πιο όμορφη έπαιρνε λιγότερη προίκα και αντίστροφα.
- Όχι
- Όπως ταίριαζε στην περίπτωση. Δεν υπήρχε έθιμο να παίρνει ένα παιδί, αγόρι ή κορίτσι την προίκα της μάνας του
- Βεβαίως είχαν ηθική υποχρέωση.
- Καμιά φορά. Τότε εγίνοντο προστριβές ανάμεσα στα αδέλφια. Έμπαιναν μεσολαβητές για να εκτιμήσουν τις περιουσίες και να κανονίσουν το θέμα ανάλογα.
- Παλαιά επεστρέφετο στην οικογένειά της.
- Όχι
- Συνήθως μετά τον θάνατο του πατέρα. Ανάλογα όμως και με την περίσταση.
- Κανονικά ίσα μερίδια έπαιρναν.
- Γενικά ίσο. Τα κορίτσια όμως μπορούσαν να πάρουν μεγαλύτερο μερίδιο.
- Συνήθως προφορικά.
- Όταν δεν συμφωνούσαν απόλυτα προσέφευγαν στον κλήρο.
- Μπορεί να είχε τη δική της περιουσία. Γενικά όμως η περιουσία του πατέρα ανήκε στα παδιιά που είχε όμως υποχρέωση να την συντηρού μέχρι θανάτου.
- Οι γονείς και τα αδέλφια
- Οι κόρες του
- Τα παιδιά των αδελφών του πεθαμένου ανεξάρτητα από το φύλο.
- Δεν υπήρχε εμπόδιο ως προς την απόφαση
- Παιδιά συγγενών ή φτωχά
- Το νομίμως υιοθετημένο είχε ότι και το κανονικό.