- Ψηφιακό τεκμήριο
- Αρχειακό και οπτικο-ακουστικό υλικό ερευνών
- Γερολάκκος
- 1522
- Παπαδιανών
- Κυδωνίας
- Χανίων
- Δεν υπάρχει
- Όχι
- Όχι
- Την ίδια πάντα (Κρητική).
- Τέσσερις και τώρα. Πιθανότατα επί Ενετοκρατίας όλες.
- Ανήκαν σε όλο το χωριό (Μητρόπολη).
- Δύο.
- Από το 1890 περίπου. Ίσως νωρίτερα.
- Οι περισσότεροι γεωργοί, με λίγα πρόβατα - αίγες. Ελάχιστοι ήταν κύρια βοσκοί με κοπάδια στη Μαδάρα (Λευκά Όρη). Ελάχιστοι παντοπώλες.
- Ελιές, αμπέλι και λίγα σιτηρά.
- Για αυτοκατανάλωση τα σιτηρά, ελάχιστοι πουλούσαν φρούτα, χαρούπια, αμύγδαλα, καρύδια, πατάτες, κρεμμύδια. Για εμπόριο λάδι και λίγα σταφύλλια.
- Τα ίδια. Κύρια ελιές, αμπέλια. Εξαιτιας της μεγάλης μείωσης του πληθυσμού του χωριού, έχουν μειωθεί οι καλλιεργημένες εκτάσεις. Νέες καλλιέργειες ελιάς υπήρξαν μετά το 1940 και ειδικά γύρω στο 1970.
- Ήταν πάντα όπως τώρα (Δεν είχαν οι Τούρκοι περιουσίες).
- Όχι
- Αν έκανε πάνω από 600 κιλά (150 οκάδες) περίπου λάδι, εθεωρείτο μεγάλος κλήρος.
- 5 έως 6
- Απόδοσης περίπου 2 ως 4 τόνων λαδιού.
- Υπήρχαν κύρια οικόσιτα ζώα. Μόνο δύο κτηνοτρόφοι ήταν (βοσκοί).
- Από πάρα πολύ παλιά υπήρχε.
- Όχι
- Όχι
- Όχι
- Επι τουρκοκρατίας 16 περίπου γύρω χωριά και οικισμοί αποτελούσαν το Δήμο Καραμειών. Μετά έγιναν χωριστές κοινότητες.
- 1. Όταν μπάινανε στα Χανιά πλήρωνανε επι Τουρκοκρατίας και πριν το 1940 φόρο για τα προς πώληση προϊόντα. 2. Επίσης φόρο κατά κεφαλή πωλούμενου ζώου.
- 5-6 οικογένειες βάζανε 2 ως 5 εργάτες εποχιακά. Δεν υπήρχανε τίτλοι. Διάκριση υπήρχε μεταξύ καλών και κακών (που δημιουργούσαν δηλαδή προβλήματα στις άλλες ή ήταν ζωοκλέφτες κλπ.) οικογενειών. Πολύ πλούσιοι δεν υπήρχαν.
- Ναι
- Ναι, από 20 περίπου χρονών μέχρι 60 περίπου. Στην εκκλησία της Παναγίας (1886) βοηθούσαν και οι γυναίκες.
- Του έβαζαν πρόστιμο
- Ήταν στο λάδι, τρύγο σε γάμους (τραπέζι κλπ.) πανηγύρια, αλωνίσματα, κούρα προβάτων κλπ.
- Ετοιμασία τραπεζιού, γλεντιού γάμων κλπ. Όχι χτίσιμο σπιτιών. Ίσχυε η πληρωμή.
- Στην γέννα μόνο.
- Γονείς και παιδιά. Μερικές φορές και παππούδες γιαγιάδες
- Πατέρα ή μπαμπα, μάνα, ο αφέντης μου (πατέρας)
- Λάλο
- Λάλη
- Λάλο
- Λάλη
- Εγγόνια
- Εγγόνια
- Αδερφούς
- Αδερφές
- Λεγόταν "πρώτος" μα κύρια "αδερφός"
- Λεγόταν "πρώτη" μα κύρια "αδερφή"
- Αδέρφια
- Μπάρμπα ή θείο
- Θεία
- Μπάρμπα - θεία
- Ανήψια
- Παιδί μου, κοπέλι - κοπελιά
- Όχι
- Προγόνια ή παιδιά
- Ζυμπραγά
- Συμπεθέρους
- Πατέρα ή μπαμπά
- Μητέρα - μαμά
- Κουνιάδους
- Πατέρα
- Μητέρα
- Κουνιάδους
- Παίδι μου, γαμπρός μου
- Παίδι μου, γαμπρός μου
- Κουνιάδο
- Η νύφη μας - κουνιάδα
- Κουνιάδα - νύφη μας
- Η γυναίκα μου, η κέρα μου. Ο άντρας μου
- Του παππού από τον πατέρα, της γιαγιάς από τον πατέρα, το επόμενο συνήθως στο όνομα του πατέρα της μητέρας ή της μητέρας της μητέρας.
- Το ίδιο όλοι
- Όλες
- Όλες εκτός από ελεύθερη βοσκή
- Το χτίσιμο , η μαραγκική (μαραγκού), κατασκευή δρόμων
- Από 8 - 10 χρονών.
- Ανάλογα με την ηλικία συνήθως.
- Περίπου 25 εως 30 ο άντρας και 15 ως 20 η γυναίκα. Ήταν επιτρεπτό. Δεν συνηθιζόταν.
- Συνήθως από την ίδια κοινότητα.
- Σε καινούριο σπίτι, προίκα της νύφης συνήθως.
- Όχι
- Ναι, αλλά όταν παντρεύονταν τους έδινε το μερίδιό τους ο πατέρας.
- Όποιο έμενε τελευταίο ανύπαντρο συνήθως.
- Αν δεν είχε αγόρια, μερικές φορές.
- Ναι
- Όχι
- Διατηρούσε το δικό του.
- Απαγορευόταν μόνο για αδέρφια (α' βαθμό - β' βαθμό) και για πρώτα ξαδέρφια.
- Όχι
- Δεν υπήρξε περίπτωση.
- Όχι
- Ο νονός του γαμπρού (παλιά)
- Ο νονός του γαμπρού (παλιά). Τα υπόλοιπα διάφοροι.
- Φίλο ή συγγενή.
- Απαγορευόταν
- Συνήθως όχι.
- Σε βάφτισμα παιδιού για σύσφιξη των φιλικών σχέσεων
- Αμοιβαία υποστήριξη σε κάθε περίπτωση (μέχρι και περίπτωση "βεντέτας" - "οικογενειών" όπως λέγονται στην Κρήτη).
- Ναι μπορούσαν.
- Ναι
- Ανάλογα με την περίπτωση
- Οι συμπεθέροι και ο γαμπρός και νύφη.
- Ανάλογα με την περίπτωση
- Εξαρτάται, όχι επιπλωμένο
- Στο χωριό
- Ναι
- Ναι (ανάλογα με την περίπτωση).
- Συνήθως όλες την ίδια. Στις δυσκολοπάντρευτες έδιναν περισσότερη. Η τελευταία μπορεί να έπαιρνε επίσης μεγαλύτερο μερίδιο.
- Όχι
- Όχι
- Συνεισφέρανε
- Είχε δικαίωμα
- Συνήθως παρέμενε στον άντρα της.
- Όχι. Μόνο το μαντήλι για το τραπέζι του γάμου έβαζε.
- Όταν παντρεύονταν. Μετά τον θάνατο ή την ανημπορία και των δύο μοιράζοντνα το "γεροντομοίρι" ή το έπαιρνε αυτός που συντηρούσε τον ανήμπορο(-ους) γονιό(-ιους).
- Ίσα μερτικά
- Ίσο
- Διαθήκη.
- Με λαχνό, μεταξύ αδελφών.
- Μερίδιο ίσο με κάθε παιδιού
- Η οικογένεια του πεθαμένου.
- Οι κόρες
- Όχι
- Αν δεν είχε καθόλου
- 1 Αδελφών, 2 συγγενών 3 αν δεν υπήρχαν (διαθέσιμα), από το ορφανοτροφείο.
- Τα ίδια με το κανονικό.