- Ψηφιακό τεκμήριο
- Αρχειακό και οπτικο-ακουστικό υλικό ερευνών
- Νέα Ρόδα
- 1504
- Νέων Ρόδων
- Αρναίας
- Χαλκιδικής
- Πρόβλακας (τομή Ξέρξη)
- Από πρόσφυγες 100%
- Το 25% μιλούσαν παραλλαγή τουρκικής
- Μία στο μετόχι της Μονής Βατοπεδίου πριν το σεισμό. Μετά μία παράγγα.
- Ένα υπήρχε και υπάρχει
- Το 1924 με την ίδρυση του οικισμού.
- Γεωργία, αμπελουργία, αλιεία, κτηνοτροφία.
- Σιτηρά, καρπούζια, κουκιά, ελαιοκομία
- Όλα και για το εμπόριο και την αυτοκατανάλωση
- Σιτηρά, κηπευτικά
- Ήταν μετόχια του Βατοπεδίου Αγίου Παύλου, Γρηγορίου, Ξηροποτάμου
- Με την απαλλοτρίωση δεν υπήρχαν τίποτε.
- Όχι
- Από 22 και πάνω
- Το 50%
- Περίπου 80 με 100 στρέμματα
- Ναι
- Αμέσως μετά την εγκατάσταση
- Υπήρχαν
- Εκ παραλλήλου με τα άλλα
- Βιοτεχνία παστών ψαριών
- Σταμάτησαν
- Υπήρχαν αμέσως μετά την εγκατάσταση. Γραμματέας ήταν ο Κοσμάς Κοσμαδάκης.
- Κοινοτικοί φόροι στο Δημόσιο και φόρος αλιείας.
- Όλα αυτά με προσωπική εργασία και σε έκτακτες περιπτώσεις εθελοντική.
- Από είκοσι ετών μόνο οι άντρες.
- Αν δεν δούλευε πλήρωνε
- Υπήρχε αλληλοβοήθεια στον τρύγο, στον θερισμό και αλωνισμό
- Στις προίκες συνήθως μεταξύ φίλων και συγγενών.
- Οι γονείς του άντρα και της γυναίκας με τα παιδιά
- Μάνα ή μητέρα, μπαμπά ή πατέρα
- Παπού
- Γιαγιά
- Παπού
- Γιαγιά
- Με το μικρό χαϊδευτικό όνομα
- Το ίδιο
- Με το όνομά τους
- Το ίδιο
- Τίποτε
- Τίποτε
- Με το όνομά τους
- Θείο
- Θεία
- Θείο και θεία
- Με το μικρό όνομα ή ανιψιέ, ανεψιά
- Με το όνομα ή αγόρι μου, κορίτσι μου
- Τα πρωτότοκα έπαιρναν το όνομα του παπού.
- Προγόνια
- Δίδυμα
- Συμπεθέρους
- Πατέρα
- Μητέρα
- Κουνιάδο και κουνιάδα
- Πατέρα
- Μητέρα
- Κουνιάδο, κουνιάδα
- Γαμπρέ
- Γαμπρέ
- Γαμπρέ και στο όνομα
- Νύφη
- Νύφη
- Με το όνομα και γυναίκα. Με το όνομα και άντρα
- Πρώτα τον πατέρα του γαμπρού, την μητέρα κατόπιν της νύφης και ύστερα ότι ήθελε ο νουνός.
- Μέχρι το 1940 οι γυναίκες εκτός από το σπίτι βοηθούσαν και στις άλλες δουλειές.
- Σε όλες βοηθούσαν εκτός από το όργωμα
- Άρμεγμα και τυροκομικά
- Δίχτυα (μερεμέτισμα) και στα παστά
- Στα παστά 90% γυναίκες
- Το όργωμα, ψάρεμα
- Από 7-8 χρονών άρχιζαν να δουλεύουν
- Υπήρχε αυτή η συνήθεια αλλά όχι 100%
- Συνήθως η γυναίκα ήταν μικρότερη του άνδρα.
- Από τα γύρω χωριά και αργότερα με προξενιές και από πιο μακριά. Το μεγαλύτερο όμως ποσοστό από τον τόπο.
- Εξαρτιόνταν από τις συμφωνίες που έκαναν
- Σπάνια περίπτωση
- Δεν την κρατούσαν αδιαίρετη
- Όταν δεν χωρούσαν ή λόγω γάμου.
- Κυρίως οι μικρότεροι ή ο τελευταίος που παντρευόταν.
- Όταν ήταν ανάπηροι ή δεν είχαν άλλα παιδιά.
- Πήγαινε
- Το τελευταίο
- Τις συμφωνίες έκαναν
- Διατηρούσε το επώνυμό του
- Δεν υπήρξε ποτέ τέτοια περίπτωση
- Υπήρχε
- Αν δεν ήταν συγγενείς
- Δεν υπήρχαν διαζύγια
- Ο νονός του γαμπρού
- Και ναι και όχι
- Κυρίως συγγενείς
- Απαγορεύονταν
- Όχι
- Υπήρχε
- Και προφορικά και με προικοσύμφωνα
- Συμβολαιογραφική πράξη
- Ο παπάς, ο δάσκαλος και ο συμβολαιογράφος
- Χρήματα ή κτήματα
- Όχι
- Στο χωριό
- Ναι
- Από ότι είχαν
- Εξαρτιόνταν από τις ικανότητες και απαιτήσεις του γαμπρού.
- Όχι
- Στα παιδιά
- Αν ήταν οικονομικά ανεξάρτητοι
- Όταν δεν υπήρχε διαθήκη
- Επιστρέφονταν
- Όχι
- Κανείς
- Όχι
- Ανάλογα με τις περιστάσεις
- Κανονικά εξίσου γιατί είναι προσφυγικές περιουσίες
- Εξαρτάται από την ανάγκη που είχε να παντρέψει ένα κορίτσι. Πολλές φορές τα αγόρια δεν έπαιρναν τίποτε.
- Με διαθήκη
- Όχι
- 0,25
- Οι συγγενείς του γαμπρού
- Οι κόρες του
- Μπορούσε
- Όταν δεν είχε καθόλου παιδιά
- Παιδιά συγγενών
- Κανονικά με τα άλλα.