- Ψηφιακό τεκμήριο
- Αρχειακό και οπτικο-ακουστικό υλικό ερευνών
- Ζιζάνι Μεσσηνίας
- 1136
- Καλπακίου
- Πυλίας
- Μεσσηνίας
- Δεν υπάρχει
- Όχι
- Όχι
- Όχι
- Δύο
- Όχι
- Ένα
- 1905
- Γεωργία (σταφίδα, ελιές) κτηνοτροφία
- Σταφίδα μαυρη, ελιές
- Σταφίδα για εμπόριο. Λάδι για αυτοκατανάλωση.
- Εμειώθη η καλλιέργεια της σταφίδας και αυξήθηκε η καλλιέργεια των θερμποκηπίων
- Όχι
- Όχι
- 100 στρέμ.
- 5
- 60 στρέμ.
- Μετρία
- 1950
- Όχι
- Όχι
- Όχι
- Δημοτικούς
- Ναι
- Ναι μετά την εκτέλεση των στρατιωτικών υποχρεώσεων. Γυναίκες όχι.
- Πλήρωνε πρόστιμο στο Δημ. Ταμείο
- Πολύ
- Χτίσιμο σπιτιών. Άνοιγμα πηγαδιών. Φύτεμα σταφίδας.
- Ναι. Κατασκευή (χιλοπιτών, τραχανά, γλυκών κτλ)
- Περίπου 8
- Πατέρα - μάνα
- Παπούλη
- Γιαγιά ή κυρούλα
- Παπούλη
- Γιαγιά ή κυρούλα
- Αγγόνας μου) αν είχε το όνομα του. Καταβολάδα μου.
- Ομοίως
- Με το όνομά του (προσθέτοντας το μου)
- Ομοίως
- Όχι
- Όχι
- Ομοίως
- Μπάρμπα
- Θειά - θίτσα
- Ομοίως
- Με το όνομά τους
- Γιέ μου και κόρη μου
- Υστερότοκο, στερνοπούλι ή γεροκομίδι
- Μηλαδέρφια
- Μπινιάρια
- Συμπεθέρους
- Πατέρα
- Μάνα
- Κουνιάδο και κουνιάδα
- Πατέρα
- Μάνα
- Κουνιάδο, αδερφό
- Γαμπρέ
- Γαμπρέ
- Γαμπρέ
- Νύφη
- Νύφη ή με το όνομά της
- Γυναίκα (στους ηλικιωμένους γριά)
- Του παππού από τον πατέρα ομοίως για το κορίτσι. Το όνομα ορίζονταν από τους γονείς. Ο νονός σπανίως έδινε όνομα.
- Οι γυναίκες εκτός από τις δουλειές του σπιτιού έκαναν εξωτερικές δουλιές (θέρος, τρύγος, κουβαλούσαν νερό, ξύλα)
- Θέρος σιτηρών, τρύγος
- Τυροκομείο
- Κλάδεμα, σκάψιμο σταφιδών, χαράκωμα
- Από 13 χρονών
- Κατά χρονολογική σειρά
- Για τους άντρες 25 χρονών. Για τις γυναίκες 20 χρονών.
- Δεν είχαν ιδιαίτερες συνήθειες
- Στο πατρικό του γαμπρού
- Όχι
- Έμεινε αδιαίρετη μέχρι να μεγαλώσει και ο πιο μικρός αδελφός
- Όταν γεννιόταν τα πρώτα παιδιά
- Ο μικρότερος (γεροκομίδι)
- Όταν δεν είχε αρσενικό παιδί
- Όχι
- Στο μικρότερο
- Ναι. Αυτό που αναλογούσε στην κόρη του.
- Όχι
- Τηρούνται αυστηρά οι κανονισμοί
- Ναι
- Όχι
- Ποτέ
- Ο νονός του γαμπρού
- Ο κουμπάρος το πρώτο παιδί και κάπου κάπου είχαν τα παιδιά τον ίδιο νονό.
- Όχι συγγενής. Κάποιος πλούσιος και κοιινωνικά ανώτερος.
- Απαγορευόταν
- Όχι. Θεωρούντο μηλαδέρφια