- Ψηφιακό τεκμήριο
- Αρχειακό και οπτικο-ακουστικό υλικό ερευνών
- Βαμβακού Λάρισας
- 937
- Βαμβακονί
- Φαρσάλων
- Λάρισας
- Μπαϊρακλή (Τούρκικο όνομα από το μπαϊραω που σημαίνει στα Τούρκικα σημαία).
- Το χωριό μας κατοικείται μόνο από ντόπιους και δεν υπάρχει καμιά άλλα μειονότητα.
- Δεν μιλούσαν άλλη διάλεκτο εκτός από αυτή που ομιλεί σήμερα.
- Υπήρχε μια εκκλησία η οποία κτίσθηκε το έτος 1906.
- Ήταν ενοριακή.
- Ένα
- 1890
- 1) Γεωργικές χώρες, μηχανοκαλλιέργεια 2) Κτηνοτροφικές, 3) Αμπελουργικές.
- Σιτηρά, καπνός, αμπέλια, ψυχανθή.
- Τα αμπέλια για αυτοκατανάλωση, τα υπόλοιπα για το εμπόριο.
- Σιτηρά, βαμβάκι, τεύτλα, ψυχανθή. Το βαμβάκι άρχισε να καλλιεργείται από το έτος 1953, το τεύτλο από το έτος 1963.
- Ήταν κεφαλοχώρι.
- Όχι
- Από 200 στρέμματα και πάνω.
- 14-15 κάτοικοι
- 40 - 45 στρέμματα
- Ναι
- Από το έτος 1965 μόνο στα μεγάλα ζώα.
- Υπήρχαν 20 και πλέον κοπάδια πρόβατα. Σήμερα υπάρχουν μόνο 3
- Όχι
- Όχι
- Η κοινότητα ιδρύθηκε το έτος 1912 με το Β.Δ. της 31-8-1912 (ΦΕΚ Α 262/1912) προήλθε από τον τέως Δήμο Ενδρίου. Μεταονομάσθηκε από Μπαϊρουλή σε Βαμβακού το έτος 1927 (ΦΕΚ 306/1927).
- Φόρους αγοραπωλησίας ζώων, φόρους, διαιτούμενων ζώων. Τους πλήρωναν στους εισπράκτορες, του Δημοσίου και τους κοιν. Εισπράκτορες.
- Δεν υπήρχαν κοινωνικές τάξεις, ακόμη χρησιμοπιούσαν τη λέξη "τζάκι" όταν μιλούσαν για κάποια ανώτερη οικογένεια (π.χ. αυτός έιναι από τζάκι).
- Προσέφεραν την προσωπική τους εργασία για εκτέλεση κοινωφελών έργων μόνον όταν το ζητούσε η κοινότητα υποχρεωτικό (προσωπική εργασία δια αγγαρείας).
- Ήταν υποχρεωτική μόνο για τους άντρες από 18 - 60 χρονών.
- Συνήθως ήταν καθολική η συμμετοχή, σε ελάχιστες περιπτώσεις επιβλήθηκαν τιμωρίες με χρηματικό πρόστιμο.
- Ήταν συνηθισμένο φαινόμενο η αλληλοβοήθεια κυρίως στο θερός και στον τρύγο.
- Δεν παρατηρήθηκε τέτοιο φαινόμενο.
- Στο ξάσιμο και στο γνέσιμο του μαλλιού και σε μικρότερη κλίμακα στην ύφανση.
- Ήταν πολυμελείς οι οικογένειες μέχρι και 12 - 15 ατόμων. Ο παππούς, η γιαγιά, το ανδρόγυνο, τα παιδιά και σε μερικές οικογένειες τα ανύπαντρα παιδιά, αδέλφια του αντρόγυνου.
- Πατέρα - μητέρα ή μάνα.
- Παππού
- Γιαγιά
- Παππού
- Γιαγιά
- Ή με το όνομά τους ή γυναίκα μου
- Το ίδιο όπως παραπάνω.
- Με το όνομά του ή αδερφέ
- Με το όνομά τους ή αδερφή
- Δεν παρατηρούνταν τέτοιο φαινόμενο
- Το ίδιο.
- Με τα ονόματά τους
- Μπάρμπα
- Θειά
- Μπάρμπα και θειά
- Με το όνομά τους ή ανηψιέ ή ανηψιό.
- Με το όνομα τους ή θυγατέρα.
- Για το πρωτότοκο όχι για το υστερότοκο, χρησιμοποιούσαν μερικές φορές την λέξη βενιαμίν.
- Προγόνια
- Διπλάρικα
- Συμπεθέρους
- Πατέρα
- Μάνα ή μητέρα
- Αφέντη ή λαλά
- Γέρο ή πατέρα
- Γριά
- Με το όνομά τους ή κουνιαδό - κουνιάδα
- Με το όνομα ή γαμπρέ
- Με το όνομα ή γαμπρέ
- Το ίδιο όπως παραπάνω.
- Νυφαδιά
- Νυφαδιά
- Χρησιμοποιούσαν τη λέξη "ΜΑΡΙ". Η σύζυγος τον προσκυνούσε τον άνδρα της με το όνομά του ή ΑΡΕ.
- Το πρώτο αγόρι έπαιρνε το όνομα του παππού από τον πατέρα. Το πρώτο κορίτσι το όνομα της γιαγιάς από τον πατέρα. Τα άλλα παιδιά έπαιρναν ονόματα μπαρμπαϊων κλπ. Ο νονός είχε το δικαίωμα να βάλει όποιο όνομα ήθελε ο ίδιος.
- Οι άνδρες έκαναν τις πιο βαριές γεωργικές δουλειές όπως όργωμα, σπορά, θερισμό κλπ. Οι γυναίκες βοηθούσαν σε αυτές τις δουλειές και έκαναν και τις δουλειές του σπιτιού.
- Βοηθούσαν στο θερισμό, στον τρύγο, στο αλώνισμα.
- Στο άρμεγμα των αγελάδων.
- Δεν υπήρχε αλιεία.
- Το όργωμα των χωραφιών, η σπορά, η φύλαξη και το άρμεγμα των προβάτων.
- Μόλις τελείωναν το Δημοτικό σχολείο μου σε ορισμένες περιπτώσεις πιο νωρίς. Πότισμα ζώων, κοπή φυτών. Στα κορίτσια ανέθεταν δουλειές του σπιτιού, λούσιμο ρούχων, πιάτων, σκούπισμα αυλής κλπ.
- Πρώτα παντρεύονταν όλα τα κορίτσια, την οικογένεια και μετά τα αγόρια με τη σειρά της ηλικίας τους.
- Για τις γυναίκες 20 - 25 ετών. Για τους άνδρες όταν τελείωναν οι υποχρεώσεις τους (πάντρεμα αδελφάδων). Σε ορισμένες περιπτώσεις η γυναίκα ήταν μεγαλύτερη από τον άνδρα.
- Προτιμούσαν τις γυναίκες του χωριού.
- Στο πατρικό του γαμπρού.
- Ναι
- Ναι
- Όταν πέθαινε ο πατέρας.
- Ο μικρότερος γιός.
- Όταν η οικογένεια δεν είχε αγόρια.
- Μόνο σε περίπτωση που εύρισκε μεγάλη περιουσία.
- Συνήθως για το μικρότερο.
- Ο πεθερός άφηνε την περιουσία του στον σώγαμπρο.
- Ο σώγαμπρος διατηρούσε το πατρικό του επώνυμο
- Δεν υπήξε περίπτωση.
- Υπήρχε κώλυμα
- Όχι
- Δεν υπήρξαν περιπτώσεις διαζυγίων.
- Ο νονός του γαμπρού.
- Το πρώτο παιδί το βάφτιζε εκείνος που στεφάνωνε. Τα υπόλοιπα ο ίδιος ή μέλη της οικογένειας του.
- Προτιμούσαν κάποιον που να μην είναι συγγενής.
- Απαγορευόταν
- Όχι
- Δεν υπήρχε τέτοια συνήθεια
- Όχι
- Δεν έπαιρνε τίποτε
- Ναι υπήρχε και λεγόταν Αγαρλίκι.
- Ο πατέρας του γαμπρού.
- Πριν από τον γάμο.
- Το Αγαρλίκι το έπαιρνε ο πατέρας της νύφης.
- Όχι
- Μετά τον θάνατο του πατέρα.
- Έπαιρναν όλοι ίσα μερίδια.
- Τα κορίτσια δεν έπαιρναν μερίδιο.
- Προφορικά.
- Όχι
- Τα έπαιρνε όλα
- Η γυναίκα έπαιρνε το αντρομοίρι. Η υπόλοιπη περιουσία μοιραζόταν στα αδέλφια του άνδρα.
- Οι κόρες του.
- Για να γίνει αυτό έπρεπε να μην υπάρχουν άλλοι συγγενείς αδέλφια του πεθαμένου κλπ.
- Αν δεν είχε καθόλου παιδιά.
- Παιδιά στενών συγγενών.
- Έπαιρνε όλη την περιουσία.